Για να εξασφαλίσουμε όσο το δυνατόν μεγαλύτερη διάρκεια ζωής και ποιότητα κατά τη διάρκειά της, σε ότι αφορά τον τομέα της υγείας του οργανισμού, θα πρέπει να δώσουμε βαρύτητα στη διατροφή μας («το φάρμακό μου η τροφή μου», Ιπποκράτης, 460 – 370 π.Χ).
Η ισορροπημένη διατροφή σήμερα αποτελεί αντικείμενο μελέτης και ειδικών γνώσεων, καθώς και εξατομικευμένης προσαρμογής στις ανάγκες κάθε ατόμου. Η λήψη των απαραίτητων διατροφικών συστατικών και στοιχείων καθίσταται όλο και πιο δύσκολη, από ένα σύγχρονο τρόπο ζωής που μας απομακρύνει από το ισορροπημένο διατροφικό μοντέλο, μας οδηγεί σε λύσεις πρόχειρων και όχι ιδιαίτερα υγιεινών γευμάτων.
Όμως και η ποιότητα των τροφίμων, με τη γρήγορη, μαζική, βεβιασμένη παραγωγή, υπολείπεται σε αρκετές περιπτώσεις σε περιεκτικότητα απαραίτητων βασικών ιχνοστοιχείων και βιταμινών.
Καλούμεθα λοιπόν πολλές φορές, με τη βοήθεια των ειδικών επιστημόνων υγείας (γιατρών, διατροφολόγων, φαρμακοποιών) να καλύψουμε τα κενά της διατροφής μας, αλλά και σε αρκετές περιπτώσεις να αντιμετωπίσουμε αυξημένες ανάγκες που προκύπτουν και δεν είναι δυνατόν να καλυφθούν, ακόμα και από μια ισορροπημένη διατροφή.
Μελέτη του Γεωπονικού Πανεπιστημίου που διεξήχθη σε δείγμα 4600 ατόμων (παιδιών και ενηλίκων), το 2018, κατέληξε, μεταξύ άλλων πολύ χρήσιμων συμπερασμάτων, ότι υπάρχει χαμηλή πρόσληψη των λιποδιαλυτών βιταμινών Α, Ε και Κ, αλλά πολύ μεγάλο πρόβλημα υπάρχει κυρίως με τη βιταμίνη D. Έτσι τα τελευταία χρόνια, μετά από έρευνες και κλινικές μελέτες που ανέλυσαν και απέδειξαν την χρησιμότητα της βιταμίνης D και τα προβλήματα που προκύπτουν από την έλλειψή της, η βιομηχανία τροφίμων, τα Υπουργεία Υγείας, Παιδείας, Γεωργίας και Τροφίμων, αλλά και ο ΕΦΕΤ (Ενιαίος Φορέας Ελέγχου Τροφίμων), προσανατολίστηκαν και σχεδίασαν προγράμματα παρέμβασης για τη βελτίωση της διατροφικής κατάστασης του πληθυσμού.
Παράλληλα, οι φαρμακοβιομηχανίες και εταιρείες παραγωγής συμπληρωμάτων διατροφής, εργάστηκαν εντατικά προς την κατεύθυνση της δημιουργίας σκευασμάτων «νέας γενιάς» με ικανοποιητική βιοδιαθεσιμότητα των συστατικών που περιέχουν στον οργανισμό, αλλά και νέες μορφές εύληπτων σκευασμάτων σε μορφή διαλυόμενη στο στόμα αλλά και σε spray, ώστε να διευκολυνθεί ο πληθυσμός στην κάλυψη των αναγκών με εύκολο και αποτελεσματικό τρόπο.
Αναλύοντας τις ανάγκες σε βιταμίνη D, που η προαναφερόμενη μελέτη έδειξε σοβαρή έλλειψή της στον πληθυσμό, είναι απαραίτητο να παρακολουθείται η επάρκειά της συστηματικά, με δεδομένο ότι παίζει βασικό ρόλο στην ενίσχυση του ανοσοποιητικού στην υγεία του μυοσκελετικού, στην υγεία του εντέρου, στην ρευματοειδή αρθρίτιδα και σε όλα τα αυτοάνοσα, στο νευρικό σύστημα, στη ρύθμιση των επιπέδων ινσουλίνης, κ.α.
Αν εδώ προσθέσουμε, ότι συντίθεται στο δέρμα με τη βοήθεια του ήλιου και συγχρόνως η έκθεση μας στον ήλιο το χειμώνα είναι σχεδόν αποκλεισμένη, αλλά και το καλοκαίρι την εμποδίζουμε με τα αντηλιακά (και καλώς λόγω βλαβών και γήρανσης του δέρματος που προκαλεί ο ήλιος), θα πρέπει οπωσδήποτε να φροντίσουμε για την συμπληρωματική πρόσληψή της βιταμίνης D, ώστε να εξασφαλίσουμε τις ευεργετικές και απαραίτητες για την πρόληψη, αντιμετώπιση και καλή υγεία ειδικών αναγκών του οργανισμού μας.