Το μελάνωμα είναι ένας τύπος καρκίνου του δέρματος και ο πιο θανατηφόρος από αυτούς. Αναπτύσσεται κυρίως στα κύτταρα (μελανοκύτταρα) που παράγουν μελανίνη – τη χρωστική ουσία που δίνει στο δέρμα το χρώμα του.
Συνήθως, εμφανίζεται ως μία μικρή μαύρη κηλίδα στο δέρμα ή μπορεί να αναπτυχθεί επί προϋπάρχοντος σπίλου (ελιάς). Η πρώιμη διάγνωση του μελανώματος και οι νέες θεραπείες έχουν οδηγήσει σε πάρα πολύ καλά θεραπευτικά αποτελέσματα, με πενταετή επιβίωση πάνω του 90%.
Μόνο το 2020, διαγνώστηκαν περίπου 325.000 νέες περιπτώσεις μελανώματος παγκοσμίως και περίπου 57.000 άνθρωποι πέθαναν από τη νόσο. Η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία παρουσιάζουν την υψηλότερη συχνότητα μελανώματος ακολουθούμενες από τη Δυτική Ευρώπη, τη Βόρεια Αμερική και τη Βόρεια Ευρώπη ενώ το μελάνωμα εξακολουθεί να είναι σπάνιο στις περισσότερες χώρες της Αφρικής και της Ασίας. Στην Ελλάδα, το 2020 υπήρξαν 1.313 νέες περιπτώσεις μελανώματος, με τη νόσο να αποτελεί τη 14η πιο συχνή κακοήθη νεοπλασία στον ελληνικό πληθυσμό. Ο κίνδυνος μελανώματος αυξάνεται με την ηλικία. Ωστόσο, το μελάνωμα δεν είναι ασυνήθιστο ακόμη και σε άτομα κάτω των 30 ετών.
Πώς μπορούμε να μειώσουμε τον κίνδυνο;
- Προστατευόμαστε από τις ακτίνες UV όλο το χρόνο και όχι μόνο το καλοκαίρι καθώς αυτές μπορούν να φτάσουν σε μας (μέσω αντανάκλασης από επιφάνειες όπως το νερό, το τσιμέντο, η άμμος ή το χιόνι) και τις συννεφιασμένες μέρες.
- Παραμένουμε κατά το δυνατόν περισσότερο στη σκιά.
- Επιλέγουμε ρούχα που καλύπτουν τα χέρια και τα πόδια μας.
- Φοράμε καπέλο με φαρδύ γείσο για να σκιάζουμε το κεφάλι, το πρόσωπο, τα αυτιά το λαιμό και τον αυχένα.
- Σε εξωτερικούς χώρους κατά τη διάρκεια της ημέρας δεν ξεχνάμε να φοράμε γυαλιά ηλίου με κατάλληλους φακούς που μπλοκάρουν τις ακτίνες UVA και UVB.
- Χρησιμοποιούμε καθημερινά αντηλιακό με κατάλληλο παράγοντα προστασίας από την υπεριώδη ακτινοβολία (μεγαλύτερο από SPF 15 και ιδανικά άνω του SPF 30) ανάλογα με την ώρα της ημέρας ή τη διάρκεια της έκθεσής μας στον ήλιο.
- Αποφεύγουμε το τεχνητό μαύρισμα/έκθεση σε πηγές υπεριώδους ακτινοβολίας.
Οποιαδήποτε αλλαγή στο χρώμα του δέρματος μετά από έκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία (είτε πρόκειται για μαύρισμα είτε για έγκαυμα) είναι σημάδι τραυματισμού και όχι υγείας.
Απευθυνόμαστε στο δερματολόγο μας τακτικά (για σπιλογράφημα/χαρτογράφηση των σπίλων του σώματος) αλλά και σε περίπτωση που παρατηρήσουμε αλλαγές στο δέρμα μας όπως τον εντοπισμό μιας πληγής που δεν επουλώνεται, την εμφάνιση ενός νέου σπίλου ή την αλλαγή στα όρια, το μέγεθος/διάμετρο, το χρώμα και γενικά στην ανάπτυξή του.
Πηγή: ΕΟΔΥ