Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια διεξήγαγαν μια μελέτη σε σχεδόν 3.000 άτομα και διαπίστωσαν ότι ακόμα και μια αύξηση της τάξεως του 5% για 4 χρόνια σχετίζεται με σχεδόν 30% αυξημένο κίνδυνο για στένωση του μεσάρθριου διαστήματος και με 34% για ανάπτυξη πόνου στο γόνατο.
«Η οστεοαρθρίτιδα είναι μια αγνώστου αιτιολογίας πάθηση των αρθρώσεων, η οποία αποτελεί μεγάλο πρόβλημα της δημόσιας υγείας, αφού είναι μια από τις κύριες αιτίες λειτουργικής ανικανότητας. Η άρθρωση του γόνατος είναι εκείνη που πλήττεται πιο συχνά και μέχρι σήμερα δεν υπάρχει θεραπεία, εκτός από την ολική αρθροπλαστική γόνατος. Η επέμβαση αυτή είναι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος θεραπείας σε ασθενείς με προχωρημένη νόσο», εξηγεί ο Ορθοπαιδικός Χειρουργός Dr Δημήτρης Τριανταφυλλόπουλος, Διευθυντής Ορθοπαιδικής Κλινικής και Διευθυντής του Τμήματος Αναίμακτης-Μη Μεταγγιστικής Ορθοπαιδικής Χειρουργικής του Ομίλου Ιατρικού Αθηνών – Κλινική Περιστερίου.
«Έχουν εντοπιστεί διάφοροι παράγοντες κινδύνου, με συχνότερους την ηλικία, το φύλο (πλήττονται πιο συχνά οι γυναίκες) και την επαγγελματική ή αθλητική καταπόνηση. Ο σημαντικότερος τροποποιήσιμος παράγοντας για την ανάπτυξη και την εξέλιξη της οστεοαρθρίτιδας γόνατος είναι η παχυσαρκία. Οι ασθενείς που έχουν αρκετά κιλά παραπάνω από το φυσιολογικό έχουν υπερδιπλάσιες πιθανότητες να εμφανίσουν την πάθηση, συγκριτικά με ανθρώπους που έχουν κανονικό βάρος. Η έρευνα δείχνει ότι σε μεγάλο ποσοστό παχύσαρκων ενηλίκων, η υπερβολική εμβιομηχανική καταπόνηση των αρθρώσεων αποτελεί τον κυριότερο λόγο για την παθογένεια και την προοδευτική εκφύλιση του χόνδρου της άρθρωσης. Δηλαδή, ένας υψηλός Δείκτης Μάζας Σώματος αυξάνει την πιθανότητα κλινικών και δομικών επιπτώσεων», συμπληρώνει.
Η κατάκτηση του ιδανικού βάρους μετά από συστηματική δίαιτα και άσκηση, μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης συμπτωματικής οστεοαρθρίτιδας γόνατος στους υπέρβαρους και παχύσαρκους ασθενείς. Οι μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί για την επίδραση του αδυνατίσματος στην εμφάνιση και εξέλιξη της νόσου είναι πολυάριθμες. Για την ακρίβεια είναι περισσότερες από εκείνες που έχουν ασχοληθεί με τις επιπτώσεις της αύξησης του βάρους. Μία εξ αυτών αποκάλυψε ότι ακόμα και μια μείωση μόλις 5% ωφελεί τους ασθενείς, προσφέροντάς τους καλύτερη λειτουργικότητα κατά 18% και μείωση του πόνου.
Θέλοντας να εξετάσουν προσεκτικότερα την πιθανή επίδραση τόσο της αύξησης όσο και της απώλειας βάρους σε άτομα με οστεοαρθρίτιδα του γόνατος αλλά και του ισχίου όσον αφορά τα ακτινογραφικά και τα κλινικά αποτελέσματα, καθώς και την ανάγκη για αντικατάσταση άρθρωσης, οι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια χώρισαν σχεδόν 3.000 άτομα με την πάθηση στις εξής τρεις ομάδες: στην πρώτη περιέλαβαν τα άτομα που παρουσίασαν τουλάχιστον 5% αύξηση του βάρους, στη δεύτερη εκείνα που δεν παρουσίασαν μεταβολή του βάρους (-3% έως 3%) και στην τρίτη όσα είχαν χάσει τουλάχιστον 5% του βάρους τους κατά τη διάρκεια μιας περιόδου 4 ετών.
Τα αποτελέσματα, τα οποία δημοσιεύθηκαν στο Arthritis Care & Research, έδειξαν ότι η αύξηση του σωματικού βάρους έχει επιζήμια επίδραση σε ορισμένα ακτινογραφικά χαρακτηριστικά της οστεοαρθρίτιδας του γόνατος. Όμως, όπως ανέφεραν οι ερευνητές στο Παγκόσμιο Συνέδριο OARSI 2022, δεν βρήκαν να υπάρχει η ίδια επίδραση στο ισχίο. Δηλαδή, η αύξηση του βάρους δεν φάνηκε να προκαλεί μεταβολές στο ισχίο, ούτε συμπτώματα στους συμμετέχοντες στη μελέτη.
Η οστεοαρθρίτιδα θεωρούνταν απλώς ως μια προοδευτική φθορά του αρθρικού χόνδρου. Πλέον γνωρίζουμε πως είναι μια φλεγμονώδης νόσος ολόκληρης της άρθρωσης, που περιλαμβάνει όχι μόνο μηχανικό εκφυλισμό του αρθρικού χόνδρου, αλλά και την ταυτόχρονη δομική και λειτουργική μεταβολή ολόκληρης της άρθρωσης, συμπεριλαμβανομένων του αρθρικού υμένα, του μηνίσκου, των περιαρθρικών συνδέσμων και του υποχόνδρινου οστού.
Όλες αυτές οι βλάβες οδηγούν σε πόνο και προοδευτικά σε αδυναμία λειτουργίας της άρθρωσης και τελικά αυτοεξυπηρέτησης. Οι επιλογές για τη διαχείριση των συμπτωμάτων είναι μη φαρμακολογικές και φαρμακολογικές. Στις πρώτες περιλαμβάνεται η διαχείριση του βάρους και η άσκηση, που αποσκοπεί στην ενίσχυση των μυών γύρω από την άρθρωση του γόνατος, στη μείωση του πόνου και στη βελτίωση της κινητικότητας και λειτουργίας της άρθρωσης. Οι φαρμακευτικές θεραπείες περιλαμβάνουν τη λήψη αναλγητικών, μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών, ενέσεις στεροειδών και υαλουρονικού οξέος. Σε ένα ποσοστό ασθενών αυτές οι παρεμβάσεις μπορούν να μειώσουν την ένταση των συμπτωμάτων, σε καμία όμως περίπτωση δεν θεραπεύουν.
Η αρθροπλαστική γόνατος δίνει οριστική λύση, αλλά πριν την έσχατη αυτή επιλογή υπάρχουν κι άλλες θεραπείες που μπορούν να απαλλάξουν από τα συμπτώματα. Ο λόγος για τους ορθοβιολογικούς παράγοντες. Η χρήση πλάσματος αιμοπεταλίων (PRP) και μεσεγχυματικών βλαστοκυττάρων έχει αποδειχθεί ότι μπορεί να θεραπεύσει, αναγεννώντας τους ιστούς. Πρόκειται για ανώδυνες θεραπείες που βρίσκουν εφαρμογή και σε άλλες ορθοπαιδικές παθήσεις με τεράστια επιτυχία.
Παρότι έχουμε στη διάθεσή μας μια μεγάλη γκάμα επιλογών για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής αυτών των ασθενών, θα ήταν προτιμότερο να αναπτυχθούν στοχευμένες μακροπρόθεσμες στρατηγικές για να μαθαίνει ο κόσμος πώς να αποφύγει τον εκφυλισμό των αρθρώσεων.