Είναι ο τουρισμός υγείας μια πολλά υποσχόμενη οικονομική προοπτική για την Ελλάδα;
Είναι γεγονός ότι η εταιρία μου και εγώ προσωπικά έχουμε ασχοληθεί για αρκετά χρόνια με την υπόθεση «Τουρισμός Υγείας», από πολλές και διαφορετικές διαστάσεις. Συμμετοχή σε διεθνή φόρουμ, ομιλίες και παρουσιάσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό, οργάνωση τουλάχιστον τριών διεθνών συνεδρίων στην Αθήνα, ιδρυτικό μέλος του Ελληνικού Συνδέσμου για τον Τουρισμό Υγείας και διαχείριση αυτού, δημιουργία πολύγλωσσων εντύπων αλλά και sites και social media και ούτω καθεξής.
Την ίδια στιγμή, όλα αυτά τα χρόνια, είχα και έχω την ευκαιρία να μιλήσω για αυτήν την προοπτική, με δεκάδες Έλληνες επιστήμονες υγείας, με όλα σχεδόν τα συστημικά ιδιωτικά νοσοκομεία στην Ελλάδα, με μικρότερα αλλά εξίσου σημαντικά εξειδικευμένα ιδιωτικά κέντρα, όπως Οφθαλμολογικά, Οδοντιατρικά, Αποκατάστασης, Αισθητικής και τέλος με ιδιοκτήτες αρκετών ιαματικών πηγών.
Αφορμή αυτού του άρθρου μου, ήταν η τελευταία ομιλία μου και παρουσίαση στη Θεσσαλονίκη, τον περασμένο Ιούνιο, στο πλαίσιο του συνεδρίου που διοργανώνεται κάθε χρόνο από το Ελληνο-Αμερικανικό, Ελληνο-Γαλλικό, Ελληνο-Γερμανικό, Ελληνο-Ιταλικό και Ελληνο-Βρετανικό Επιμελητήριο. Ήταν κατά γενική ομολογία μια επιτυχημένη εκδήλωση, την οποία παρακολούθησαν εκατοντάδες επαγγελματίες και συμπολίτες μας στη Θεσσαλονίκη. Η ομιλία μου για τον τουρισμό υγείας απέσπασε το ενδιαφέρον πολλών εκ των συμμετεχόντων, ενώ το βίντεο από τη συγκεκριμένη παρουσίαση, που αναρτήσαμε στα social media του ομίλου ZITA, έχει φτάσει σήμερα τις 50 χιλιάδες προβολές.
Αναφέρω όλα αυτά όχι για να «ευλογήσω τα γένια μου», που λέει και ο σοφός λαός μας, αλλά για να καταδείξω και να υπογραμμίσω ότι ο Τουρισμός Υγείας για την Ελλάδα έχει κερδίσει το ενδιαφέρον διάφορων επαγγελματιών υγείας, αλλά και ανθρώπων που ασχολούνται με τον τουρισμό. Θεσμικοί παράγοντες, όπως το Υπουργείο Τουρισμού, ο Ιατρικός Σύλλογος της Αθήνας, ο Δήμος της Αθήνας, ο ΕΟΠΠΥ, Πρωτοβάθμια Σωματεία μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, όπως ο Ελληνικός Σύνδεσμος για τον Τουρισμό Υγείας, η ELITOUR, το Cluster των Οδοντιάτρων (και σίγουρα έπεται και συνέχεια) καταβάλλουν μεμονωμένες μέχρι στιγμής προσπάθειες να επιτύχουν, ώστε η Ελλάδα να κερδίσει έστω και ένα μικρό μερίδιο μιας “πίτας” που υπολογίζεται ότι κυμαίνεται γύρω στα 40 με 50 δισεκατομμύρια ετησίως. Χώρες όπως η Σιγκαπούρη, οι Ινδίες, η Ταϊλάνδη, η Τουρκία αλλά και η Ουγγαρία, η Βραζιλία και το Μεξικό, είναι αλήθεια ότι έχουν προσελκύσει και προσελκύουν αρκετά μεγάλο αριθμό επισκεπτών, που συνδυάζουν τις ανάγκες αναψυχής με υπηρεσίες υγείας. Ποια, λοιπόν, είναι η τύχη της χώρας μας σε μια τέτοια προσπάθεια να μπει και εκείνη στον παγκόσμιο χάρτη προορισμού για Τουρισμό Υγείας;
Καταρχήν, να υπογραμμίσουμε ότι δεν υπάρχει καμία αμφιβολία σε κανέναν επαΐοντα ή άσχετο Έλληνα, ότι η ανάπτυξη μιας τέτοιας εξειδικευμένης «βιομηχανίας» θα μπορούσε να έχει πολλαπλά οφέλη για τη χώρα μας. Ας αναφέρουμε ορισμένα εξ αυτών, όπως: αξιοποίηση του υπερβάλλοντος ιατρικού και επιστημονικού προσωπικού της χώρας μας, αξιοποίηση για 12 μήνες τουριστικών υποδομών, επενδύσεις σε νέους τομείς και βελτίωση των ήδη υπαρχόντων, όπως Κέντρα Αντιγήρανσης, Ιαματικές Πηγές, δημιουργία Οργανωμένων Κέντρων Διαμονής για την τρίτη ηλικία και άλλα.
Η Ελλάδα θα φτάσει και θα ξεπεράσει τα 30 εκατομμύρια ξένων επισκεπτών το 2017, αλλά, όπως τόνισα και στην ομιλία μου στη Θεσσαλονίκη, η διψήφια αύξηση επισκεπτών τα τελευταία χρόνια οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις πολιτικές, κοινωνικές και στρατιωτικές αναταράξεις αρκετών χωρών στη λεκάνη της Μεσογείου. Ακόμα και οι τρομοκρατικές ενέργειες στις μεγάλες πόλεις της Ευρώπης έχουν ευνοήσει και σε μεγάλο βαθμό εξηγούν την πολύ μεγάλη αύξηση των επισκεπτών στην Αθήνα, ακόμη και εκτός της καλοκαιρινής σεζόν. Αν όμως σε λίγα χρόνια, αποκατασταθεί η τάξη στην Τουρκία, τη Συρία, την Αίγυπτο, ακόμα και την Τυνησία, τι θα συμβεί με τα μεγάλα νούμερα που πανηγυρίζουμε τα τελευταία χρόνια στην τουριστική μας βιομηχανία; Το πιο πιθανό είναι ότι θα γυρίσουμε την επόμενη κιόλας ημέρα σε αφίξεις που δεν θα ξεπερνούν τα 22 με 24 εκατομμύρια τουριστών. Για να μην συμβεί λοιπόν, αυτό και για να είμαστε προετοιμασμένοι γι’ αυτό που φυσικά όλοι μας ευχόμαστε, δηλαδή την επιστροφή στην κανονικότητα των γειτόνων μας, θα πρέπει να αναπτύξουμε νέα προϊόντα και υπηρεσίες, που θα δώσουν βάθος και διαφορετικότητα σε αυτά που ήδη προσφέρει η χώρα μας στους ξένους επισκέπτες της. Να λοιπόν, γιατί ο Τουρισμός Υγείας θα πρέπει να είναι μέσα στις προτεραιότητες θεσμών, επιχειρηματιών αλλά και επαγγελματιών του συγκεκριμένου τομέα.
Από την άλλη πλευρά, ένας τέτοιος φιλόδοξος στόχος δεν είναι καθόλου εύκολο να φέρει ουσιαστικά αποτελέσματα. Όπως λέει και μια άλλη ελληνική παροιμία «ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός». Ή καλύτερα, αυτό που ισχύει στη συγκεκριμένη περίπτωση, είναι ότι, αυτό που λάμπει θέλει πολλή δουλειά και επεξεργασία για να γίνει χρυσός. Πιο συγκεκριμένα, στην Ελλάδα το ιατρικό δυναμικό, όπως όλοι γνωρίζουμε, όχι μόνο επαρκεί για τις ανάγκες της χώρας, αλλά τα τελευταία χρόνια καταφεύγει στο εξωτερικό κατά χιλιάδες. Όπως δείχνουν άλλωστε τα επίσημα στατιστικά στοιχεία στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ελλάδα είναι μια από τις 3 χώρες, όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά και παγκοσμίως, με το περισσότερο ιατρικό προσωπικό σε αναλογία με τον πληθυσμό της. Παράλληλα, η χώρα μας θεωρείται η γενέτειρα της σύγχρονης Ιατρικής Επιστήμης με τον Ιπποκράτη και τα διάσπαρτα Ασκληπιεία σε όλη τη Μεγάλη Ελλάδα. Η Ιπποκράτεια, όμως, φιλοσοφία και η ολιστική αντιμετώπιση των ασθενών στην αρχαιότητα μάς δίνει και σήμερα έναν τεράστιο πλούτο και τεχνογνωσία για την αντιμετώπιση και τη θεραπεία ανθρώπων με πολλαπλές ασθένειες ή ανθρώπων χωρίς ασθένειες, που ενδιαφέρονται να παραμείνουν υγιείς και με καλή διάθεση για πάρα πολλά χρόνια. Αυτή, λοιπόν, η Ιπποκράτεια αντιμετώπιση θεραπειών, αλλά και πρόληψης, είναι ένα τεράστιο πλεονέκτημα, που φυσικά παραμένει αναξιοποίητο. Στοιχεία όπως η ελληνική διατροφή, το κλίμα, το θαλάσσιο στοιχείο, τα outdoor αθλήματα, οι ιαματικές πηγές είναι μερικά επιπρόσθετα, αλλά εξαιρετικής σημασίας συστατικά για τη δημιουργία μιας επιτυχημένης συνταγής στην προσπάθεια ανάπτυξης Τουρισμού Υγείας στη χώρα μας. Υπάρχουν πολλά ακόμα που θα μπορούσατε και εσείς να προσθέσετε. Για την οικονομία του χώρου, ας μείνουμε ως εδώ για τα καλά νέα.
Πάμε στα κακά. Η Ελλάδα (ελπίζω ότι συμφωνείτε και εσείς με τα παραπάνω) διαθέτει πολλά συγκριτικά πλεονεκτήματα στον τομέα που συζητάμε. Δεν αρκούν όμως αυτά – κακά τα ψέματα! Αυτή είναι η λάμψη που μπορεί να γίνει χρυσός ή να παραμείνει πυγολαμπίδα. Είπαμε παραπάνω, ότι χιλιάδες νέοι Έλληνες ιατροί «δραπετεύουν» σήμερα στο εξωτερικό προς αναζήτηση εργασίας. Αντί να κάνουν αυτό, κατά την ταπεινή μου άποψη, θα μπορούσαν να συνεργαστούν σε ομάδες ιδίων ή διαφορετικών ειδικοτήτων, να συγκεντρώσουν σχετικά μικρά κεφάλαια, με τη βοήθεια ακόμη και ενός ΕΣΠΑ και να δημιουργήσουν Κέντρα Υπηρεσιών Υγείας, απευθυνόμενοι στη διεθνή αγορά. Άντε, όμως, να καταφέρεις να βάλεις τους Έλληνες να συνεργαστούν αρμονικά κάτω από την ίδια επαγγελματική στέγη. Θα γίνουν «από δύο χωριά χωριάτες»! Την ίδια στιγμή, οι επιτυχημένοι επαγγελματίες υπηρεσιών υγείας με καλά οργανωμένα μικρά εξειδικευμένα κέντρα, όπως οφθαλμολογικά, αισθητικά και οδοντιατρικά, έχουν διευρυμένο πελατολόγιο στην ελληνική αγορά και δεν δείχνουν κανένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για προσέλκυση ξένων πελατών. Οι ιαματικές μας πηγές, τα spa και τα κέντρα wellness που διαθέτουμε, ή είναι εντελώς υποβαθμισμένα ή οι επιχειρηματίες που διαθέτουν κέντρα wellness και spa θεωρούν ότι αρκούν μερικές πισίνες και ένα δύο καμπίνες με μασάζ και χαμάμ για να προσελκύσουν διεθνή πελατεία. Χωρίς να θέλω να φανώ σκληρός, με τέτοιες υποδομές δεν υπάρχει καμία προοπτική για ουσιαστικό μερίδιο στην πίτα των 50 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Αυτό για το οποίο είμαι απόλυτα πεπεισμένος, με όση γνώση και εμπειρία διαθέτω από το βιογραφικό μου (που ανέφερα στην αρχή του άρθρου) οι ιαματικές πηγές, τα spa και τα κέντρα wellness θα πρέπει να στελεχωθούν με εξειδικευμένους επαγγελματίες υγείας και να καθιερώσουν συγκεκριμένα θεραπευτικά πρωτόκολλα. Το να μπει απλά κάποιος σε ένα θαλάσσιο ή ιαματικό νερό έχει πολύ μικρή θεραπευτική αξία. Όταν όμως συνοδευτεί από εξειδικευμένες συμβουλές επιστημόνων υγείας, διατροφολόγων, αλλά και ειδικών σε θέματα άθλησης και άσκησης, τότε αυτομάτως το νερό αποκτά ιδιαίτερες θεραπευτικές δυνατότητες για το σώμα, την ψυχή και το πνεύμα. Θεραπευτικά πρωτόκολλα. Αυτή είναι η διαφοροποίηση του προϊόντος και της προστιθέμενης αξίας που πρέπει να προσδώσουμε στα υπόλοιπα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα. Και εδώ αρχίζουν και πάλι τα δύσκολα! Πώς να πείσεις τους εκατοντάδες ξενοδόχους και ιδιοκτήτες πηγών να προσλάβουν εξειδικευμένο προσωπικό, να δημιουργήσουν θεραπευτικά πρωτόκολλα και τελικά να πιστοποιηθούν για αυτές τις υπηρεσίες; Η εύκολη και βεβαίως αναποτελεσματική λύση γι’ αυτούς είναι να συνεχίσουν να κάνουν ό,τι κάνουν μέχρι σήμερα και για ό,τι δεν πηγαίνει καλά, να γκρινιάζουν ότι τους φταίει το κράτος, η κρίση και όλος ο υπόλοιπος πλανήτης Γη. Όχι βέβαια πως δεν φταίει και το κράτος, αλλά ας μην ανοίξουμε την ιστορία αυτή. Το πρόβλημα στην ανάπτυξη του Τουρισμού Υγείας, όπως και σε πολλά άλλα, είναι μέσα στο DNA μας. Επισημάναμε ήδη παραπάνω μερικές από τις πτυχές του, δηλαδή τον εγωισμό και την ατομικότητα, την προσπάθεια για εύκολο κέρδος, το βόλεμα, που είναι αντικίνητρο για περαιτέρω προσπάθεια, την εύκολη επίρριψη των ευθυνών σε τρίτους, τον εύκολο ενθουσιασμό σε κάτι που λάμπει και την πολύ γρήγορη απογοήτευση, όταν αυτό δεν είναι χρυσός.
Αυτά, λοιπόν, είναι τα βασικά αγκάθια στον δρόμο για τις προοπτικές και την επιτυχία στην ανάπτυξη του Τουρισμού Υγείας στην Ελλάδα. Αν λύσουμε αυτά τα ενδογενή προβλήματά μας, εγώ προσωπικά σας διαβεβαιώ και εγγυώμαι, ότι η χώρα, όχι απλά θα μπει στον διεθνή χάρτη στον εν λόγω τομέα, αλλά πολύ σύντομα θα βρεθεί στις πρώτες θέσεις των πιο ελκυστικών προορισμών Τουρισμού Υγείας.