Εάν και έχουν γραφτεί χιλιάδες σελίδες και έχουν διατυπωθεί άλλες τόσες απόψεις για τα αίτια και τις ευθύνες της μεγαλύτερης κρίσης, όχι μόνο οικονομικής αλλά και κοινωνικής, στην νεότερη ιστορία του Ελληνικού κράτους, επέλεξα σήμερα αυτό το θέμα με αφορμή την επιστολή που μου έστειλε ο καλός μου φίλος Καραβίας Δημήτρης, ένας επιτυχημένος τραπεζικός που διετέλεσε για πάρα πολλά χρόνια στέλεχος ελληνικών τραπεζών, τόσο στην Ελλάδα όσο και στα παραρτήματά τους, στα Βαλκάνια και στην Βόρεια Αφρική.
Με την επιστολή του λοιπόν αυτή, ο έμπειρος τραπεζικός, καταθέτει την άποψη του, για τους βασικούς λόγους που οδήγησαν την χώρα μας στην σημερινή κατάσταση, υποδεικνύοντας ταυτόχρονα και τους κύριους υπεύθυνους.
Σας παραθέτω λοιπόν αυτούσιο το κείμενο του φίλου Δημήτρη χωρίς καμία δική μου παρέμβαση, αφήνοντας τον δικό μου σχολιασμό για την συνέχεια του άρθρου:
«Κομβικό σημείο στην εξέλιξη της κατάστασης υπήρξε η δημιουργία της γενιάς των 700 ευρώ και η συμφυής αγοραστική αδυναμία ενός ατόμου, να αντιμετωπίσει τα προς το ζην, με το δραχμικό ισότιμο των 240.000 δραχμών. Είναι αξιοσημείωτο εδώ και κεφαλαιώδους σημασίας, ότι το δραχμικό αυτό αντίτιμο 2-3 χρόνια νωρίτερα, ικανοποιούσε τις βασικές ανάγκες μιας τετραμελούς οικογένειας, πόσο μάλλον ενός ατόμου!!.
Η απάντηση πως τάχα φταίει το ευρώ δεν είναι σωστή. Το σωστό είναι πως η εφαρμογή – καθιέρωση του ευρώ στην συναλλακτική μας καθημερινότητα εγκυμονούσε πολυεπίπεδους κινδύνους.
Και άρα, η σημαίνουσα λεπτομέρεια, αφορά στην προετοιμασία, οργάνωση και εποπτεία εφαρμογής του νέου νομίσματος. Επ’αυτού προκύπτει πως πέραν της αναγραφής της ισοτιμίας δραχμής / ευρώ στην τιμή –αξία των πωλουμένων προϊόντων –υπηρεσιών κανένα απολύτως άλλο μέτρο έλεγχου-ανάσχεσης της υφέρπουσας υπερτιμητικής τάσης ή οτιδήποτε άλλο που να αποτρέπει την διατάραξη της ισορροπίας παραγωγής – αμοιβών, υπό το νέο νομισματικό καθεστώς, δεν υπήρξε. Όλες δε οι καθ ’ύλη αρμόδιες αρχές και οι επικεφαλείς τους, ουδόλως ανησύχησαν από τον συνεχή τιμαριθμικό εκτροχιασμό που εξαέρωσε την αγοραστική δύναμη της μισθωτής εργασίας (δημόσιας και ιδιωτικής). Αντιμετώπισαν και αυτοί την κατάσταση με δανεικά.
Έτσι, παραδείγματος χάριν, μας προέκυψε αρχικά η στρογγυλοποίηση προς τα πάνω των τιμών μικροπροιόντων, και αυτό που αποκαλώ σύνδρομο του μαϊντανού, που από 30-50 δραχμές το ματσάκι, δηλαδή ευρώ 0,10 – 0,15, σε 0,50 ευρώ, ήτοι αδικαιολόγητη άμεση αύξηση σε 170 δραχμές, εκτινάσσοντας άσκοπα το σύνολο των τιμών προϊόντων και υπηρεσιών.
Η Ν.Δ αναλαμβάνοντας το 2004, παρέλαυνε σε έξαρση πλέον και το κοινωνικοοικονομικό πρόβλημα που αφορούσε πια όχι μόνο την γενιά των 700,00 ευρώ αλλά το σύνολο της μισθωτής εργασίας. Η επίλυση του ακανθώδους αυτού προβλήματος, ακόμα και με μαγικό ραβδί, είχε και έχει ορίζοντα μακροχρόνιας μεταρρυθμιστικής δημοσιονομικής και παραγωγικής προσαρμογής, σε ήπιο και συναινετικό κοινωνικό κλίμα και περιβάλλον.Το οδοιπορικό όμως της χρεωκοπίας, ξεκίνησε χρόνια πριν, με την συμμετοχή όλων ανεξαιρέτως και νομίζω αγαπητέ Ζαχαρία, πως ουδείς νομιμοποιείται σήμερα να εμφανίζεται ανεύθυνος και αυστηρός επικριτής των άλλων. Ιδιαίτερα με την εμπειρία 2014-2018».
Φιλικά
Δ.Κ
Αυτές λοιπόν είναι οι σύντομες επισημάνσεις του φίλου Δημήτρη, που μου δίνουν την αφορμή, με την σειρά μου, να προσθέσω και τις δίκες μου απόψεις, στο πολύ σημαντικό θέμα μιας μακρόχρονης και ανελέητης κρίσης, που στέρησε από τον Ελληνικό λαό το 25% τουλάχιστον του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος, έφτασε την ανεργία στο 30% τουλάχιστον, έκλεισε πάνω από 200 χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις, εξόρισε εκατοντάδες χιλιάδες μορφωμένους νέους στο εξωτερικό, οδήγησε σε αναγκαστικό ξεπούλημα όλου του δημόσιου και στρατηγικού πλούτου της χώρας, όπως στις τηλεπικοινωνίες, στην ενέργεια στις μεταφορές, στα λιμάνια και αεροδρόμια στην υγεία και… ών ουκ έστιν αριθμός.
Αν δε κανένας προσθέσει και την υποβάθμιση στα ψυχικά και ηθικά αποθέματα του Ελληνικού λαού και την υποβάθμιση σε θεσμούς και αξίες, τότε έχει μια καλή αποτίμηση της σημερινής κατάστασης.
Αγαπητέ Δημήτρη, έχεις δίκιο να μιλάς για τα προβλήματα που δημιούργησε στην οικονομική καθημερινότητα η επιβολή του ευρώ, που συμφωνώ ότι είχε σαν αποτέλεσμα ότι εάν κάποιος μετρούσε τον πραγματικό πληθωρισμό, μέσα κιόλας από τον πρώτο χρόνο εφαρμογής του ευρωπαϊκού νομίσματος, θα φθάναμε σε επίπεδα Αργεντινής και Βενεζουέλας σήμερα. Καμία όμως επίσημη αρχή δεν τόλμησε να παρουσιάσει αυτόν τον πληθωρισμό, από δραχμή σε ευρώ, λαμβάνοντας σαν βάση ότι 1 ευρώ κλείδωσε στο σημείο μηδέν στις 340 δραχμές.
Το πρόβλημα όμως ξεκινάει λίγο πιο νωρίς, με την απόφαση η Ελλάδα να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή ζώνη. Δεν είναι μόνο δική μου άποψη άλλα και σημαντικών άλλων συναδέλφων οικονομολόγων, ότι η Ελλάδα μπήκε στην ζώνη του ευρώ βεβιασμένα και απόλυτα ανέτοιμη.
Προσωπικά είμαι πεπεισμένος ότι η χώρα μας δεν πληρούσε σχεδόν κανένα από τα κριτήρια (δημόσιο έλλειμμα, πληθωρισμός, δημόσιο χρέος σε σχέση με το ΑΕΠ κ.α) αλλά όλα έγιναν με δημιουργική λογιστική και με τις ευλογίες των εταίρων μας. Πολύ δε περισσότερο δεν προετοιμάστηκε για αυτή την αλλαγή ο Ελληνικός λαός και η ελληνική οικονομία.
Τα φαινόμενα λοιπόν της υπερβολικής αναπροσαρμογής προς τα επάνω, όλου σχεδόν του φάσματος υπηρεσιών και προϊόντων, ήταν τελικά αναπόφευκτη εξέλιξη. Από εκείνη την στιγμή χάνεται το μέτρο μεταξύ της σχέσης παραγωγής – πραγματικής αξίας και τελικής τιμής. Και βέβαια το ίδιο συμβαίνει με το επίπεδο μισθών στο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα.
Τώρα γιατί η Ελλάδα ήθελε διακαώς να μπει στην ζώνη του ευρώ και γιατί οι Ευρωπαίοι ήθελαν, ενώ γνώριζαν τις διαθρωτικές αδυναμίες της χώρας, να μας εντάξουν στην ευρωζώνη, είναι μια άλλη μεγάλη κουβέντα που αξίζει να κάνουμε κάποια άλλη στιγμή.
Όμως αγαπητέ Δημήτρη, πολλοί Έλληνες οικονομολόγοι αλλά και πολιτικά πρόσωπα, θεωρούν ότι το βασικό πρόβλημα της χώρας ήταν τα δημοσιονομικά ελλείμματα και όχι αυτό κάθ’ εαυτό το ευρώ.
Αποδεικνύεται έστω και μετά από πολλές αμφισβητήσεις και αλληλοκατηγορίες, ότι επί σειρά ετών τα δημοσιονομικά ελλείμματα έτρεχαν με πολύ υψηλούς μονοψήφιους ακόμα και διψήφιους αριθμούς φθάνοντας, πριν από την κατάρρευση ακόμα και στο 11%. Με ένα ΑΕΠ στα 260 δισεκατομμύρια ευρώ την περίοδο 2000 – 2008, 11% σημαίνει 26 σχεδόν δισεκατομμύρια ετησίως!!!
Και ξέρεις, αγαπητέ Δημήτρη, το μεγάλο πρόβλημα εδώ, δεν είναι για μένα το τεράστιο έλλειμμα ετησίως στα δημοσιονομικά. Εσύ σαν καλός τραπεζικός γνωρίζεις ότι εάν αυτά τα 26 δισεκατομμύρια ετησίως επενδύονταν ορθολογικά στην Ελληνική οικονομία, έστω τα τελευταία 8-10 χρόνια πριν από την κρίση, δηλαδή συνολικά 170 δισεκατομμύρια, τότε το ΑΕΠ από 260 περίπου δις το 2008 θα είχε εκτιναχθεί στα 320-340 δις με αποτέλεσμα το συνολικό χρέος των 340 περίπου δισεκατομμυρίων της χώρας να ήταν λιγότερο ακόμα και από το 100% του ΑΕΠ. Σήμερα όπως ξέρεις, αυτή η σχέση συνολικού δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ ξεπερνάει το 185%!!.
Που πήγαν λοιπόν όλα αυτά τα δισεκατομμύρια του ελλείμματος; Σίγουρα δεν έγιναν επενδύσεις ή έγιναν επενδύσεις με πολύ χαμηλή παραγωγικότητα. Πρόσθεσε δε εάν θέλεις σε αυτήν την δεκαετία (1998-2008) και τα δισεκατομμύρια του ΕΣΠΑ, για να φθάσεις σε αστρονομικά για τα Ελληνικά δεδομένα χρηματικά ποσά, που διαχειρίστηκαν όλα τελικά τα συστημικά πολιτικά κόμματα των τελευταίων 10-15 ετών.
Είναι ηλίου φαεινότερoν, ότι οι οικονομικοί πόροι κατασπαταλήθηκαν και ότι σε αυτό το πάρτυ συμμετείχαν σχεδόν όλα τα κόμματα, κυβερνήσεις, οικονομικοί παράγοντες και απλοί πολίτες. Θα συμφωνήσω μερικώς με το περιβόητο «όλοι μαζί τα φάγαμε» ή εάν δεν σας αρέσει η έκφραση αυτή ας την παραφράσουμε στο «όλοι μαζί φταίξαμε». Ο κος Πάγκαλος μας είπε όμως την μισή αλήθεια. Γιατί αυτό που δεν είπε, είναι ότι δεν αποφάσισε για αυτό το «φαγοπότι» ο Ελληνικός λαός αλλά οι κυβερνώντες. Εκείνοι έσυραν τον χορό της άκρατης ασυδοσίας και φυσικά ήταν εύκολο να παρασύρουν τον Ελληνικό λαό, αφού δεν του επεσήμαναν, ότι αυτό το πάρτυ τελειώνει με ένα λογαριασμό που γράφεται με αίμα. Με αίμα, όχι μόνο για τον ίδιο, αλλά και για τα παιδιά του. Θέλω να πιστεύω ότι η πλειοψηφία του ελληνικού λαού εάν γνώριζε τις συνέπειες αυτού του λογαριασμού θα είχε φύγει από αυτό το «πάρτυ». Θα το έκανε, εάν όχι για τον ίδιο, τουλάχιστον για τα παιδιά του, που ο ‘Ελληνας έχει αποδείξει ότι δίνει και την ζωή του. Κατά συνέπεια κύριε Πάγκαλε, όλοι εσείς που κυβερνήσατε δεν δικαιολογήστε ότι είχατε άγνοια για τις τραγικές συνέπειες της ασυδοσίας όλων των τελευταίων χρόνων. Ο Ελληνικός λαός μπορεί και δικαιούται ελαφρυντικών. Εσείς κανενός.
Και το χειρότερο, αντί τα κόμματα που κυβέρνησαν και ενόψει κρίσιμων εκλογών, να κάνουν την αυτοκριτική τους και να αναλάβουν το μερίδιο των ευθυνών τους, που σίγουρα τους αναλογεί, πετάνε το μπαλάκι της ευθύνης ο ένας στον άλλο, σαν καυτή πατάτα, αποδεικνύοντας σε μεγάλη μερίδα των σκεπτόμενων Ελλήνων ότι «τι είχες Γιάννη τι είχα πάντα» και να ελπίζουμε στο ότι «ο Θεός αγαπάει την Ελλάδα».
Αγαπητέ φίλε Δημήτρη, ελπίζω οι συμπληρωματικές επισημάνσεις στην επιστολή σου, να βρίσκουν και εσένα αλλά και πολλούς από τους αναγνώστες αυτού του άρθρου, στην ίδια βασική λογική της σημερινής Ελληνικής πραγματικότητας, των αιτίων και των βασικών υπευθύνων.
Ας ευχηθούμε, ότι η νέα κυβέρνηση, που θα προκύψει σε λίγες ημέρες, μετά την συγγραφή αυτού του άρθρου, θα είναι μία κυβέρνηση επούλωσης των πληγών του Ελληνικού λαού, που άφησαν όλες οι προηγούμενες. Σε αυτό βέβαια καλούμαστε να συμβάλλουμε και εμείς οι απλοί πολίτες, που έχουμε σίγουρα σημαντικά περιθώρια βελτίωσης σε πολλούς τομείς.
Καλή μας τύχη