Σημαντική μείωση της σεξουαλικής επιθυμίας σημειώνεται κατά την κλιμακτήριο και την εμμηνόπαυση, εξέλιξη που μπορεί να προκαλέσει προβλήματα τόσο προσωπικά όσο και συζυγικά. Αυτή η έλλειψη ενδιαφέροντος είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα της γυναικείας σεξουαλικής δυσλειτουργίας, και οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, όπως στις φυσιολογικές ορμονικές αλλαγές και τα εμμηνοπαυσιακά συμπτώματα.
Η έλλειψη πληροφόρησης και οι προκαταλήψεις σχετικά µε το θέμα της σεξουαλικότητας στη χώρα μας, αποτελούν τους λόγους που εμποδίζεται η συνέχιση μιας ομαλής σεξουαλικής ζωής, με αποτέλεσμα οι γυναίκες να κλείνουν αυτό το κεφάλαιο της ζωής τους οριστικά.
Οι ορμόνες δεν είναι ο μόνος παράγοντας που ενοχοποιείται. Υπάρχουν κι άλλοι, που εάν εντοπιστούν και αντιμετωπιστούν, οι γυναίκες θα μπορούν να απολαμβάνουν τη σεξουαλική ζωή τους έως τα γεράματά τους. Η σεξουαλική δυσλειτουργία μπορεί να οφείλεται στην έλλειψη επιθυμίας, διέγερσης, οργασμού ή στον πόνο κατά τη συνουσία. Μέρος του προβλήματος μπορεί να αφορά σε παρενέργειες φαρμάκων, όπως τα αντικαταθλιπτικά, στην ύπαρξη κάποιων παθήσεων, όπως ο διαβήτης, καθώς και σε ψυχολογικούς παράγοντες, όπως οι αλλαγές στο σώμα, που τις κάνουν να νιώθουν πιο αμήχανα.
Όταν τα προβλήματα οφείλονται στα φάρμακα, η αντικατάστασή τους με άλλα που δεν προκαλούν τέτοιες παρενέργειες, πάντα υπό την καθοδήγηση του θεράποντος ιατρού, επαναφέρει τη σεξουαλική ζωή σε ικανοποιητικά επίπεδα. Εάν ξεκινούν από τη νέα ορμονική κατάσταση, η λήψη του σωστού σχήματος ορμονικής υποκατάστασης μπορεί πραγματικά να βοηθήσει.
Ένας συνήθης λόγος αποστασιοποίησης από τη σεξουαλική ζωή είναι η επώδυνη συνουσία. Αυτή οφείλεται στην ελάττωση των κολπικών εκκρίσεων και την εμφάνιση κολπικής ξηρότητας που επιφέρει η μείωση των οιστρογόνων κατά την εμμηνόπαυση. Είναι ένα από τα συμπτώματα της αιδοιοκολπικής ατροφίας, η οποία αποτελεί μέρος του ουροποιογεννητικού συνδρόμου της εμμηνόπαυσης. Αυτό μπορεί να προκαλέσει ενόχληση ή αίσθημα κνησμού εσωτερικά και γύρω από το άνοιγμα του κόλπου και πόνο ή δυσφορία κατά την ερωτική επαφή.
Πάνω από τις μισές γυναίκες αυτής της ηλικίας υποφέρουν από κολπική ξηρότητα, αλλά σπανίως την αναφέρουν στον ιατρό τους και συνεπώς δεν αντιμετωπίζεται επαρκώς. Η λήψη οιστρογόνων μπορεί να εξαλείψει τα συμπτώματα, αλλά ενδεχομένως να αντενδείκνυται ή να μην είναι επιθυμητή. Ωστόσο, είναι απαραίτητο να αντιμετωπιστεί άμεσα, αφού το σεξ δεν είναι απολαυστικό και αυτό επηρεάζει τη λίμπιντο και το αίσθημα διέγερσης.
Η λύση είναι η χρήση ενός κολπικού παρασκευάσματος οιστρογόνων, το οποίο μπορεί να μειώσει την ξηρότητα και τον πόνο κατά τη συνουσία. Οι μη ορμονικές κολπικές ενυδατικές κρέμες αποτελούν εναλλακτική λύση. Τα λιπαντικά με βάση το νερό ή τη σιλικόνη, μπορούν επίσης να βοηθήσουν. Τα λιπαντικά σιλικόνης διαρκούν πολύ περισσότερο από τα λιπαντικά νερού, ενώ αφήνουν την περιοχή βελούδινη, καθώς το λιπαντικό δεν απορροφάται από το δέρμα.
Ένας άλλος λόγος μείωσης της λίμπιντο είναι οι διαταραχές του ύπνου, οι οποίες είναι συχνές κατά την κλιμακτήριο και την εμμηνόπαυση. Στοιχεία δείχνουν ότι το 28% – 63% των γυναικών αυτής της ηλικίας υποφέρουν από αυτές. Οι μελέτες έχουν καταδείξει ότι υπάρχει αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης προβλημάτων ύπνου κατά τη μετάβαση στην εμμηνόπαυση, με στενή συσχέτισή τους με την παρουσία εξάψεων και εφίδρωσης. Όταν αυτά συνδυάζονται με κνησμό στο δέρμα, σύνδρομο ανήσυχων ποδιών και ερεθισμό του αιδοίου, του κόλπου ή της ουροδόχου κύστης, o ύπνος μπορεί να καταστεί άπιαστο όνειρο. Τα τοπικά οιστρογόνα και μια καλή κολπική ενυδατική κρέμα μπορούν να βοηθήσουν.
Τέλος, άλλη μια αιτία της χαμηλής λίμπιντο κατά την εμμηνόπαυση είναι η ανία, ειδικά στις μακροχρόνιες σχέσεις. Το σεξ υπό τις ίδιες συνθήκες, ίδια σειρά, χωρίς φαντασία, χωρίς καινούργιες εμπειρίες επί δεκαετίες, φέρνει κούραση και εντέλει αδιαφορία.