Tο σύνδρομο της οστεοσαρκοπενίας αποτελεί έναν ιδιαίτερο συνδυασμό δύο διακριτών παθολογικών καταστάσεων, της οστεοπόρωσης και της σαρκοπενίας. Οι οστεοσαρκοπενικοί ασθενείς φέρουν γνωρίσματα ταυτόχρονα και των δύο παθήσεων, όπως μειωμένη οστική πυκνότητα και μειωμένη μυϊκή μάζα. Ως αποτέλεσμα, οι εν λόγω ασθενείς είναι πιο επιρρεπείς σε δυσμενείς καταστάσεις, όπως οι πτώσεις, τα κατάγματα χαμηλής βίας, η γενικευμένη αναπηρία και η ευπάθεια. Συνεπώς, η έγκυρη διάγνωση του συνδρόμου, αλλά και η δημιουργία ενός κατάλληλου θεραπευτικού πλάνου, είναι κομβικής σημασίας.
Στους παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση της οστεοσαρκοπενίας αναγνωρίζεται ο συνδυασμός των μεμονωμένων παραγόντων κινδύνου των δύο παθήσεων. Βέβαια, κάποιοι θεωρούνται αποκλειστικοί για την οστεοπόρωση ή τη σαρκοπενία. Για παράδειγμα, το ιστορικό κατάγματος ισχίου της μητέρας σχετίζεται με την οστεοπόρωση. Αντιστοίχως, η μειωμένη πρόσληψη πρωτεΐνης έχει να κάνει με τη σαρκοπενία.
Πώς γίνεται η διάγνωση;
Εφόσον μιλάμε για ένα σύνδρομο που συνδυάζει δύο επί μέρους παθολογικές καταστάσεις, η διάγνωσή του επιτυγχάνεται μέσω του συνδυασμού των επί μέρους διαγνωστικών προσεγγίσεων.
Πρώτο βήμα αποτελεί η λήψη ενός ολοκληρωμένου ιστορικού. Συνήθως, ο ασθενής αναφέρει πολλαπλά περιστατικά πτώσεων το πρόσφατο χρονικό διάστημα.
Εν συνεχεία, γίνεται μια προσπάθεια εντοπισμού των λεγόμενων κλινικών σημείων της οστεοπόρωσης και της σαρκοπενίας. Στην περίπτωση της οστεοπόρωσης προσπαθούμε να εντοπίσουμε επιδείνωση της κύφωσης ή σημαντική απώλεια ύψους, ενώ αντίστοιχα στη σαρκοπενία τη μυϊκή αδυναμία, τη μείωση της λειτουργικότητας και φυσικά τις επαναλαμβανόμενες πτώσεις. Τα ερωτηματολόγια αποτελούν συμπληρωματικό στοιχείο στην προσπάθεια αυτή.
Για την ολοκληρωμένη διάγνωση σημαντικό εργαλείο αποτελεί το μηχάνημα της Dexa (DXA). Το συγκεκριμένο μηχάνημα είναι απαραίτητο τόσο για τη διάγνωση της οστεοπόρωσης όσο και για αυτήν της σαρκοπενίας, μέσω της ολόσωμης Dexa.
Στην περίπτωση που δεν υπάρχει η δυνατότητα χρήσης Dexa, θα προτιμηθούν εναλλακτικές κλινικές παράμετροι, όπως π.χ. η μέτρηση της ταχύτητας βάδισης, η αξιολόγηση της δύναμης της άκρας χείρας κ.ά.
Πρόληψη
Στο πλαίσιο της πρόληψης πρωταρχικό ρόλο έχει η ενημέρωση του κοινού, καθώς αυτή θα επιφέρει την επιθυμητή εμπιστοσύνη και συνεργασία μεταξύ ασθενούς και θεραπευτή.
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην αποφυγή των πτώσεων η οποία επιτυγχάνεται είτε μέσω μιας φαρμακευτικής παρέμβασης, π.χ. χορήγηση βιταμίνης D, είτε μέσω ειδικών ασκήσεων. Το πρόγραμμα των ασκήσεων έχει ως στόχο τη μείωση της αστάθειας και τη βελτίωση της λειτουργικότητας του ατόμου.
Θεραπεία
Η αλλαγή διαφόρων συνηθειών, όπως π.χ. η μείωση του αλκοόλ, το κόψιμο του καπνίσματος, η υιοθέτηση μιας ισορροπημένης διατροφής (ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στην πρόσληψη ασβεστίου), τα καλά επίπεδα της βιταμίνης D και η ένταξη της φυσικής δραστηριότητας με αρκετές ασκήσεις αντίστασης, βρίσκεται στο επίκεντρο της θεραπευτικής προσέγγισης.
H φαρμακολογική θεραπεία απαιτεί σωστή ενημέρωση του κλινικού ιατρού.
Σε περίπτωση που θελήσουμε να ξεκινήσουμε να ασκούμαστε, θα πρέπει να προτιμήσουμε τα μέτρια φορτία. Μεγάλη σημασία πρέπει να δοθεί στις αναπνοές μας, καθώς βαθιές αναπνοές ενδέχεται να αυξήσουν την πίεση.
Φυσικά, δεν ξεχνάμε να κάνουμε ένα ικανοποιητικό διάλειμμα μετά την ολοκλήρωση της κάθε άσκησης. Μέσα από το πρόγραμμα ασκήσεων ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στους μυς των ποδιών και των χεριών, όπως π.χ. οι τετρακέφαλοι, οι απαγωγείς/προσαγωγείς, οι μυς της περιοχής του ώμου, αλλά και σε αυτούς της περιοχής της μέσης. Για να ενισχύσουμε τις εν λόγω μυϊκές ομάδες, εκτελούμε ιδανικά 2-3 σειρές (σετ) επαναλήψεων με συχνότητα 3 με 5 φορές την εβδομάδα.
Σχέση με άλλες παθήσεις
Η οστεοσαρκοπενία αποτελεί καινούριο σύνδρομο το οποίο θα πρέπει να το διακρίνουμε από άλλες παθήσεις, όπως π.χ. την καχεξία, την παχυσαρκία, τη σαρκοπενική παχυσαρκία κ.ά. Αρκετές φορές επικρατεί μια σύγχυση, καθώς οι παθήσεις αυτές μοιράζονται κοινά χαρακτηριστικά.