Σοφία Καλανταρίδου, Καθηγήτρια Μαιευτικής – Γυναικολογίας και Στείρωσης της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Η κολπίτιδα και η κυστίτιδα, κυρίως στην υποτροπιάζουσα μορφή τους, αποτελούν καθημερινά προβλήματα που ενοχλούν πολλές γυναίκες και επηρεάζουν την ποιότητα ζωής τους.
Ο κόλπος περιέχει τον γαλακτοβάκιλλο που παράγει γαλακτικό οξύ, προκαλεί όξινο pH στον κόλπο και παρέχει προστασία από παθογόνα μικρόβια. Μεταβολές της φυσιολογικής χλωρίδας του κόλπου αυξάνουν τον κίνδυνο για παθογόνα μικρόβια και σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα, τα οποία αυξάνουν τον κίνδυνο για αρκετές παθολογικές καταστάσεις, μεταξύ των οποίων και η υπογονιμότητα, λόγω δημιουργίας συμφύσεων και απόφραξης των σαλπίγγων.
Η συχνή χρήση αντιβιοτικών οδηγεί σε διαταραχή της φυσιολογικής χλωρίδας του κόλπου και σε μικροβιακή αντοχή.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στη Βρετανία το έτος 2022 καταγράφηκε ο μεγαλύτερος αριθμός κρουσμάτων σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων (γονόρροια και σύφιλη), από την έναρξη καταγραφής των δεδομένων αυτών το 1918.
Τις προηγούμενες δεκαετίες οι επιστήμονες θεωρούσαν ότι το ουροποιητικό και το γυναικείο αναπαραγωγικό σύστημα είναι στείρο μικροβίων. Νεότερες τεχνικές (next generation sequencing, NGS) έδειξαν την ύπαρξη φυσιολογικού μικροβιώματος στο πεπτικό, το ουροποιητικό και το αναπαραγωγικό σύστημα, με σημαντικούς ρόλους στην ομοιόσταση του οργανισμού.
Κολπίτιδα
Κολπίτιδα είναι η φλεγμονή του κόλπου, η οποία μπορεί να προκαλεί κνησμό, εκκρίσεις και δυσάρεστη οσμή. Οι περισσότερες γυναίκες έχουν περισσότερα από ένα επεισόδια κολπίτιδας στη διάρκεια της ζωής τους, γεγονός που κάνει την κολπίτιδα ένα από τα πιο συχνά γυναικολογικά προβλήματα.
Αίτια: τα πιο συχνά αίτια είναι η βακτηριακή κολπίτιδα, η αιδοιοκολπική μυκητίαση και η λοίμωξη από τριχομονάδες. Σε ορισμένες περιπτώσεις τα αίτια της κολπίτιδας δεν είναι μικροβιακά και οφείλονται σε ατροφία (πχ στην εμμηνόπαυση), αλλεργία και φλεγμονή.
Συμπτώματα: Η εμφάνιση των κολπικών εκκρίσεων, η οσμή, το αίσθημα καύσου και ο πόνος, ιδιαίτερα κατά την σεξουαλική επαφή, μπορεί να είναι χαρακτηριστικά του είδους της κολπίτιδας. Η λήψη δείγματος από τον τράχηλο και τον κόλπο και η καλλιέργεια θα δώσουν τη διάγνωση τις περισσότερες φορές. Νεότερες τεχνικές (PCR) έχουν υψηλότερη ευαισθησία διάγνωσης σε σύγκριση με προηγούμενες τεχνικές για τη διάγνωση της λοίμωξης από τριχομονάδες και τα άλλα σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα.
Τρόποι πρόληψης και αντιμετώπισης: Για την αποφυγή της κολπίτιδας θα πρέπει η γυναίκα να εφαρμόζει μια σωστή υγιεινή του κόλπου. Ο καθημερινός καθαρισμός της περιοχής με άφθονο νερό συνιστάται. Δεν χρειάζονται ισχυρά αντισηπτικά και κολπικές πλύσεις. Ιδιαίτερα το καλοκαίρι απαιτείται αυξημένη προσοχή. Καλό είναι να περιορίζεται η χρήση του ταμπόν, να μην μένει η γυναίκα με βρεγμένο μαγιό στην παραλία και να χρησιμοποιεί πετσέτα στην άμμο ή την ξαπλώστρα.
Η περίοδος της εγκυμοσύνης, λόγω των αλλαγών στο κολπικό pH, παρουσιάζεται μεγαλύτερο κίνδυνο για κολπίτιδα και θα πρέπει να ελέγχεται σε τακτικά χρονικά διαστήματα.
Η θεραπεία της βακτηριακής κολπίτιδας συνιστάται στην διάρκεια της κύησης, καθώς και εκτός κύησης όταν υπάρχουν συμπτώματα (με μετρονιδαζόλη ή κλινδαμυκίνη).
Η θεραπεία της μυκητιασικής κολπίτιδας μπορεί να είναι με χάπια ή τοπική, με κολπικά υπόθετα (κλοτριμαζόλη, μικοναζόλη, μπουτοκοναζόλη κλπ).
Οι υποτροπές της βακτηριακής και της μυκητιασικής κολπίτιδας χρειάζονται ιδιαίτερη προσοχή και αντιμετώπιση. Θεραπεία του συντρόφου για την βακτηριακή και τη μυκητιασική κολπίτιδα δεν συνιστάται. Η θεραπεία της κολπίτιδας από τριχομονάδες απαιτεί θεραπεία και των δύο συντρόφων με μετρονιδαζόλη και αποφυγή των σεξουαλικών επαφών μέχρι την αποθεραπεία. Η θεραπεία της βακτηριακής κολπίτιδας είναι ο καλύτερος τρόπος πρόληψης των σεξουαλικά μεταδιδόμενων νοσημάτων [χλαμύδια, γονόκοκκο, τριχομονάδες, ιός της ανοσοανεπάρκειας (HIV) και απλός έρπης τύπου 2). Η χρήση προβιοτικών φαίνεται να προσφέρει πρόληψη και αποτελεί πεδίο εντατικής έρευνας.
Η ατροφική κολπίτιδα, που αποτελεί μέρος του ουρογεννητικού συνδρόμου της εμμηνόπαυσης, χρειάζεται τοπική ορμονική θεραπεία με οιστρογόνα. Σε περιπτώσεις που υπάρχει αντένδειξη για τοπική θεραπεία με οιστρογόνα μπορεί να χρησιμοποιηθούν άλλες μέθοδοι θεραπείας (πχ λιπαντικές αλοιφές ή τοπική θεραπεία με laser).
Κυστίτιδα και Ουρολοιμώξεις
Οι ουρολοιμώξεις αποτελούν ένα από τα πιο συχνά προβλήματα υγείας παγκοσμίως. Oι γυναίκες παθαίνουν ουρολοιμώξεις 8 φορές πιο συχνά σε σύγκριση με τους άνδρες. Περισσότερες από τις μισές γυναίκες παθαίνουν ουρολοίμωξη τουλάχιστον μια φορά στη διάρκεια της ζωής τους.
Αίτια: κυστίτιδα είναι η φλεγμονή της ουροδόχου κύστης. Συνήθη αίτια είναι μικροβιακά, πχ από το E. Coli.H κυστίτιδα στη γυναίκα οφείλεται συνήθως στην ύπαρξη παθολογικής κολπικής χλωρίδας, λόγω απουσίας γαλακτοβακίλλου, και εμφάνισης βακτηριακής κολπίτιδας. Καταστάσεις που αυξάνουν τον κίνδυνο για την εμφάνιση κυστίτιδας είναι η εγκυμοσύνη, η σεξουαλική επαφή, ο σακχαρώδης διαβήτης και η εμμηνόπαυση.
Συμπτώματα: το πιο συχνό σύμπτωμα είναι το αίσθημα να πάει η γυναίκα επειγόντως για ούρηση (επιτακτικότητα στην ούρηση). Άλλα συμπτώματα είναι η συχνουρία, το αίσθημα καύσου, η αιματουρία, η αδιαθεσία και σε κάποιες περιπτώσεις και πυρετός.
Τρόποι πρόληψης και αντιμετώπισης: Η διάγνωση της ουρολοίμωξης γίνεται με δείγμα ούρων (μέσο δείγμα ούρησης) και εργαστηριακή διάγνωση του μικροβίου που προκαλεί τη μόλυνση. Θα πρέπει να ακολουθήσει κατάλληλη αντιβιοτική αγωγή και έλεγχος της κολπικής χλωρίδας.