Δημήτρης Γρηγοράκης,
Κλινικός διαιτολόγος – Διατροφολόγος, Μ.Sc., Ph.D, Επιστημονικός Διευθυντής Κέντρου Διαιτολογικής Υποστήριξης & Μεταβολικού Ελέγχου ΑΠΙΣΧΝΑΝΣΙΣ – ΛΟΓΩ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ
Ο σημαντικός ρόλος των θρεπτικών ουσιών ως ρυθμιστών της λειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήματος αναγνωρίστηκε από τις αρχές του 18ου αιώνα. Τα τελευταία χρόνια, μέσα από την επιστημονική πρόοδο, έχουν γίνει γνωστά τα μονοπάτια της μοριακής ρύθμισης του ανοσοποιητικού.
Ο ρόλος της διατροφής είναι ιδιαίτερα σημαντικός στις λειτουργίες τόσο των ειδικών όσο και των μη ειδικών μηχανισμών (Chandra 2002). Προς αυτή την κατεύθυνση, πολυάριθμες πειραματικές αλλά και κλινικές μελέτες έχουν αποδείξει την επίδραση συστατικών, όπως οι βιταμίνες και τα ιχνοστοιχεία (Fernandes 2008).
Ιχνοστοιχεία στην προστασία του ανοσοποιητικού συστήματος
Ορισμένα ιχνοστοιχεία παίζουν ουσιαστικό ρόλο σε κομβικές μεταβολικές διεργασίες, καθώς και στη λειτουργία των ανοσοποιητικών κύτταρων (Chandra 2002). Ο ψευδάργυρος, το σελήνιο και ο χαλκός περιλαμβάνονται στη διαμόρφωση των λειτουργιών του ανοσοποιητικού και επομένως θεωρούνται πρωταρχικά για την εύρυθμη λειτουργία του.
Ψευδάργυρος και ανοσοποιητικό σύστημα
O ψευδάργυρος (Zn) αποτελεί μέρος του μεταλλοειδούς τμήματος του αντιοξειδωτικού ενζύμου σουπεροξειδικής δισμουτάσης (SOD). Αυτό το ένζυμο προστατεύει τα κύτταρα από τις βλάβες που προκαλούν οι ελεύθερες ρίζες. Επιπλέον, χρησιμοποιείται για τη σύνθεση της υπεροξειδάσης του κυτοχρώματος C, της ουρικάσης και της τυροσινάσης.
Ανεπάρκεια ψευδαργύρου, γενετική ή/και επίκτητη, συνδέεται με διαταραγμένη απάντηση αντιδράσεων δερματικής υπερευαισθησίας και μειωμένη δραστηριότητα των ορμονών του θύμου αδένα. Πειραματικά δεδομένα υποστηρίζουν ότι η έλλειψη ψευδαργύρου έχει ως αποτέλεσμα μειωμένο σχηματισμό αντισωμάτων στον σπλήνα και ελαττωμένη δραστηριότητα των Τ-λεμφοκυττάρων και των ΝΚ κυττάρων. Μελέτες σε πειραματόζωα με ανεπάρκεια ψευδαργύρου δείχνουν ότι είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένα σε διάφορους τοξικούς μικροοργανισμούς, συμπεριλαμβανομένων της εντεροτοξίνης Coxsackie Β και της λιστέρια. Αποτέλεσμα αυτών αποτελεί η σημαντική αύξηση της θνητότητάς τους.
Ο μηχανισμός των ανοσο-ενισχυτικών αποτελεσμάτων του ψευδαργύρου δεν είναι ξεκάθαρος. Περιλαμβάνεται πιθανώς στην υποκίνηση του ενζύμου NADPH-οξειδάσης, μέσω του ρόλου του ως συμπαράγοντα για τη φωσφολιπάση A2 ή για τη φωσφολιπάση C (Chandra 2002). Επίσης, μπορεί να σταθεροποιεί το αραχιδονικό οξύ ενάντια στην οξείδωση από τις ενώσεις σιδήρου. Τέλος, σχετίζεται με μεταβολές στη δομή των κυτταροπλασματικών μεμβρανών και στην έκφραση των υποδοχέων τόσο των ουδετερόφιλων λευκοκυττάρων όσο και των λεμφοκυττάρων (Barringer et al. 2003). Kαλές πηγές ψευδαργύρου αποτελούν το κρέας, τα οστρακοειδή, τα σύκα, τα μανιτάρια, τα μη αποφλοιωμένα δημητριακά και οι ξηροί καρποί (Γρηγοράκης 2010).
Χαλκός και ανοσοποιητικό σύστημα
Ο χαλκός (Cu) είναι απαραίτητος για τον ανθρώπινο οργανισμό, με δεδομένη την ιδιότητά του να δεσμεύει τις ελεύθερες ρίζες (Collins et al. 2010). Σε συνδυασμό με τον ψευδάργυρο αποτελεί μέρος του μεταλλοειδούς τμήματος του σημαντικού αντιοξειδωτικού ενζύμου, σουπεροξειδική δισμουτάση (SOD).
Μελέτες σε πειραματόζωα έχουν δείξει ότι η ανεπάρκεια του χαλκού αυξάνει την ευαισθησία στις λοιμώξεις και το ποσοστό θανάτων από αυτές. Πρόσφατα αποδείχθηκε ότι ακόμη και η πολύ μικρή ανεπάρκεια χαλκού στον άνθρωπο, μειώνει σημαντικά, τόσο τον αριθμό των ουδετερόφιλων πολυμορφοπύρηνων (είδος λευκών αιμοσφαιρίων) στην περιφερική κυκλοφορία, όσο και την ικανότητά τους να θανατώνουν μικροοργανισμούς. Μελέτες in vitro (ζωικές και σε ανθρώπους) έχουν δείξει ότι ακόμη και η οριακή ανεπάρκειά του μειώνει τα επίπεδα της ιντερλευκίνης και περιορίζει τον πολλαπλασιασμό των Τ κυττάρων (Stafford et al. 2013). Σημαντικές πηγές χαλκού θεωρούνται τα στρείδια, τα σαλιγκάρια, το συκώτι, τα καβούρια, η μαγιά μπύρας, οι ελιές, τα φουντούκια και οι γαρίδες.
Σελήνιο και ανοσοποιητικό σύστημα
Το σελήνιο (Se) αποτελεί το μεταλλοειδές τμήμα του ενδογενούς αντιοξειδωτικού ενζύμου υπεροξειδάση της γλουταθειόνης (GSH-Px). Λόγω της ιδιότητας αυτής, επιφέρει σημαντικά αποτελέσματα στην υγεία, ιδιαίτερα σε σχέση με τη ρύθμιση των απαντήσεων του ανοσοποιητικού συστήματος, αλλά και στην πρόληψη των ιογενών νοσημάτων (Salman et al. 2009). Πολυάριθμες μελέτες αναφέρουν ότι η ανεπάρκεια σεληνίου οδηγεί το ανοσοποιητικό σύστημα σε αποσταθεροποίηση και σε ελαττωμένες αποκρίσεις τόσο της κυτταρικής όσο και της χυμικής ανοσίας (Spalholz et al. 1990).
Αντιθέτως, η διαιτητική συμπλήρωση με σελήνιο επιφέρει σημαντικά ανοσοδιεγερτικά αποτελέσματα αυξάνοντας τον πολλαπλασιασμό των Τ κύτταρων και τη δραστηριότητα των ΝK κυττάρων (Kiremidjian-Schumacher & Roy 1998). Το σελήνιο, λόγω της ιδιότητάς του να ενεργοποιεί τη διαφοροποίηση των Τ κυττάρων, μπορεί να αναστρέψει την ανεπάρκεια των λεμφοκυττάρων που παρατηρείται στους ηλικιωμένους (Γρηγοράκης 2016).
Καλές πηγές σεληνίου αποτελούν τα καρύδια, τα φιστίκια, τα αυγά, το συκώτι, το κοτόπουλο, τα οστρακοειδή θαλασσινά, οι σαρδέλες, τα μανιτάρια και φυσικά το σέλινο.
H παραπάνω διατροφική παρέμβαση είναι επιβεβλημένη τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στη δευτεροβάθμια υγειονομική περίθαλψη, ιδιαίτερα σε ομάδες υψηλού κινδύνου για αυτοάνοσες διαταραχές.