Η Αν. Καθηγήτρια Δερματολογίας-Αφροδισιολογίας ΑΠΘ, Β΄ Δερματολογική Κλινική Γ.Ν.Θ.Παπαγεωργίου, Ζωή Απάλλα, μας ενημερώνει για την ομορφιά και την διαχρονικότητά της.
Είναι γνωστό πως η ομορφιά αποτελεί μια αξία διαχρονική και αλληλένδετη με την ανθρώπινη φύση, η οποία παραμένει σχεδόν αναλλοίωτη μέσα στους αιώνες.
Η απόλαυση να δείχνεις και να νιώθεις όμορφος αφορά σε όλες τις ηλικίες και τα κοινωνικά στρώματα. Το κάλλος συνδέεται με μεγαλύτερο αίσθημα ευτυχίας και ικανοποίησης από τη ζωή, με περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες και συχνά με έναν υψηλότερο μισθό. Όπως καταγράφεται σε μελέτες, η ομορφιά φαίνεται να ευνοεί τις διαπροσωπικές σχέσεις, να αυξάνει τις πιθανότητες για δημιουργία οικογένειας και να δημιουργεί τις προϋποθέσεις για πληρέστερη κοινωνική επάρκεια. Επιπλέον, υπάρχουν στοιχεία ότι η ελκυστική όψη επιδρά στη διαμόρφωση άποψης από τους άλλους, επηρεάζοντας αντίστοιχα και τις συμπεριφορές τους.
Στην ουσία, οι άνθρωποι τείνουν να ανταποκρίνονται ευνοϊκότερα στα ελκυστικά άτομα. Εξάλλου είναι γνωστή η ρήση του Αριστοτέλη, 384-322 π.Χ που λέει ότι «το κάλλος παντός επιστολίου συστατικώτερον», το οποίο κυριολεκτικά μεταφράζεται ως «η ομορφιά είναι η καλύτερη συστατική επιστολή». Για αυτούς, αλλά και άλλους λόγους, πολλοί ασθενείς οδηγούνται στα ιατρεία μας για να βελτιώσουν την εικόνα τους, προσδοκώντας μέσα από αυτό να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής τους.
Τις τελευταίες δεκαετίες το ενδιαφέρον και η προσήλωση στην επιδίωξη του «κάλλους», με την έννοια της προσομοίωσης εαυτού στα σύγχρονα πρότυπα ομορφιάς, έχει λάβει επιδημικές διαστάσεις. Αυτή η «εμμονή» αναδεικνύεται πολύ χαρακτηριστικά και από τα 6.030.000.000 αποτελέσματα που προκύπτουν από την αναζήτηση στη μηχανή Google χρησιμοποιώντας το λήμμα “beauty”. Η εμπειρία των τελευταίων ετών έδειξε ότι ακόμα και σε περιόδους οικονομικής ύφεσης, όπου οι καταναλωτικές δυνατότητες του αγοραστικού κοινού συνήθως μειώνονται, οι δαπάνες σε προϊόντα ομορφιάς φαίνεται να αυξάνουν. Σε χώρες όπως η Αμερική οι πολίτες ξοδεύουν δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως σε θεραπείες και πρακτικές βελτίωσης της εικόνας τους.
Τα πρότυπα ομορφιάς
Ιστορικά υπάρχει η πεποίθηση ότι οι προτιμήσεις μας και τα standards της ομορφιάς είναι αποτέλεσμα σταδιακής «εκπαίδευσης» μέσω της πολιτισμικής εξέλιξης και της έκθεσης στα μέσα ενημέρωσης. Ωστόσο, διαπολιτισμικές μελέτες και έρευνες σε παιδιά αμφισβητούν αυτήν την πεποίθηση και υποστηρίζουν τη θεωρία ότι ορισμένα πρότυπα καθορίζονται από τη φύση, μέσα από έμφυτα και όχι επίκτητα κριτήρια.
Χρησιμοποιώντας παραμέτρους, όπως η αρμονία στις αναλογίες του προσώπου, ο σεξουαλικός διμορφισμός και το ομοιογενές, καθαρό δέρμα, οι άνθρωποι έχουν μια σχεδόν αυτόματη τάση να κατηγοριοποιούν ένα άτομο ως ελκυστικό ή μη ελκυστικό μέσα σε 100 χιλιοστά του δευτερολέπτου.
Αν και πολλές έρευνες τονίζουν την ύπαρξη ενιαίων, έμφυτων κριτηρίων για την ταξινόμηση ενός ατόμου ως «όμορφου» ή μη, σε προσωπικό επίπεδο υπάρχει σαφώς ένας βαθμός υποκειμενικότητας. Τα ιδεώδη της ομορφιάς επαναπροσδιορίζονται με βάση διάφορους παράγοντες, όπως τις κοινωνικές νόρμες, το πολιτισμικό πλαίσιο και την ιστορική περίοδο που διανύουμε. Υπό αυτό το πρίσμα, θα μπορούσαμε να πούμε ότι ενέχουν και ένα σημαντικό βαθμό υποκειμενικότητας. Είναι λογικό ότι η αντίληψη περί ομορφιάς είναι σύνθετη και σίγουρα δεν τηρεί μια αυστηρή φόρμουλα.
Στη σύγχρονη δυτική κοινωνία, με την εικόνα να είναι το επίκεντρο του ενδιαφέροντος σε όλα τα επίπεδα, η δυσαρέσκεια των ανθρώπων με την εξωτερική τους εμφάνιση αποτελεί κοινό τόπο και φαίνεται να αυξάνει όλο και περισσότερο. Από σχετικές μελέτες προκύπτει ότι κάθε χρόνο μειώνεται ο μέσος όρος ηλικίας των ατόμων που δεν είναι ικανοποιημένοι από την εξωτερική τους εμφάνιση, με αποτέλεσμα να καταφεύγουν σε πλαστικούς χειρουργούς και δερματολόγους, προκειμένου να εναρμονιστούν με τα τρέχοντα standards ομορφιάς. Με κατάλληλα επιλεγμένες αισθητικές επεμβάσεις, οι ασθενείς μπορούν να ικανοποιήσουν την ανάγκη για βελτίωση της εικόνας του εαυτού τους και να ενισχύσουν την αυτοεκτίμηση τους.
Από την άλλη μεριά, τα όρια μεταξύ μιας αντικειμενικής ατέλειας που επιδέχεται βελτιώσεων, της λαθεμένης εικόνας εαυτού και της επιδίωξης αισθητικών πράξεων για κλινικά και αντικειμενικά ασήμαντους λόγους, είναι συχνά στενά και δυσδιάκριτα.
Οι κλινικοί γιατροί θα πρέπει να είναι σε θέση να αναγνωρίζουν τα άτομα που επιζητούν αισθητικές επεμβάσεις λόγω υπερβολικής ανησυχίας για την εικόνα του εαυτού τους, κυρίως όταν αυτή είναι ιδιαίτερα δυσανάλογη με τα αντικειμενικά φυσικά ευρήματα. Το τελευταίο εγείρει το ερώτημα της ύπαρξης μιας υποκείμενης ψυχιατρικής νόσου που ονομάζεται δυσμορφοφοβία ή αλλιώς σωματοδυσμορφική διαταραχή και θα πρέπει να διερευνηθεί και να αντιμετωπισθεί ανάλογα.
Η Σωματοδυσμορφική Διαταραχή ή Δυσμορφοφοβία
Η δυσμορφοφοβία είναι νόσος που σχετίζεται με μια διαταραχή της αυτοαντίληψης και εμφανίζεται σε ένα ποσοστό μεταξύ 0,7-2,4% του πληθυσμού. Πρόκειται για τη δυσαρέσκεια και την εμμονική ενασχόληση του ατόμου με την εμφάνισή του. Ωστόσο, η εικόνα του σωματοδυσμορφικού σε σχέση με το σώμα ή το πρόσωπό του είναι στρεβλή, δηλαδή κυριολεκτικά το άτομο με τη συγκεκριμένη διαταραχή δεν αντιλαμβάνεται την εικόνα του στον καθρέφτη όπως την αντιλαμβάνονται οι άλλοι γύρω του.
Οι ασθενείς με δυσμορφοφοβία συχνά παραπονούνται για υποτιθέμενες δυσμορφίες με υπερβολικό τρόπο, όπως για «εντελώς ασύμμετρα φρύδια», «τεράστια ρουθούνια», «μικροσκοπικά γεννητικά όργανα» ή «τερατώδη στόματα» και «κρεμασμένο δέρμα» που τους κάνουν να αισθάνονται βασανιστικά άσχημοι.
Ένα επιπλέον χαρακτηριστικό αυτών των ασθενών είναι ότι, ακόμα και αν προβούν στην αισθητική επέμβαση για να διορθώσουν αυτό που βλέπουν ως ελάττωμα, δεν θα ικανοποιηθεί και θα συνεχίσουν να εμμένουν με την ίδια ανησυχία για την εμφάνισή τους, ανακαλύπτοντας μια άλλη ατέλεια. Αυτό συνήθως συνοδεύεται από μια μόνιμη κατάσταση θλίψης και αυτολύπησης. Γενικά, η δυσμορφοφοβία μπορεί να συνυπάρχει και με άλλες ψυχικές διαταραχές, όπως η κατάθλιψη, οι διαταραχές προσωπικότητας, η επονομαζόμενη «διαταραχή μετατροπής» που παλιότερα ήταν γνωστή με τον όρο «υστερία» και με διατροφικές διαταραχές, όπως η ανορεξία-βουλιμία.
Είναι ευνόητο ότι η θεραπεία της σωματοδυσμορφικής διαταραχής δεν περιλαμβάνει αισθητικές παρεμβάσεις. Αντίθετα, η πραγματικότητα δείχνει ότι περίπου το 90% των πασχόντων που κατάφεραν και έκαναν την αισθητική πράξη ανέφεραν εκ των υστέρων είτε επιδείνωση είτε μηδενική επίδραση στα συμπτώματα της δυσμορφοφοβίας. Τόσο η διάγνωση, όσο και η θεραπεία του νοσήματος τίθενται από τον ψυχίατρο βάσει συγκεκριμένων κριτηρίων (DSM-V criteria of Body Dysmorphic Disorder) και βαρύτητας της νόσου.
Στο πεδίο της αισθητικής δερματολογίας χρειάζεται να μπορεί κανείς να αναγνωρίσει αυτούς τους ασθενείς κατά την εξέταση και την παρακολούθηση, καθώς υπολογίζεται ότι περίπου 9-14% των ασθενών που επισκέπτονται ιδιωτικές δερματολογικές κλινικές πάσχουν από δυσμορφοφοβία.
Οι γνώσεις των δερματολόγων και των πλαστικών χειρουργών γύρω από τη συγκεκριμένη διαταραχή συνεχώς αυξάνονται, καθώς, όπως προκύπτει από τα στοιχεία, οι ιατροί των συγκεκριμένων ειδικοτήτων ολοένα και περισσότερο αρνούνται να εφαρμόσουν θεραπείες σε όσους υποπτεύονται ότι πάσχουν από δυσμορφοφοβία. Μελέτες έχουν δείξει ότι περίπου το 30% όλων των αιτούμενων αισθητικών πράξεων και περίπου το ήμισυ όλων των αιτημάτων για χειρουργικές επεμβάσεις αισθητικού τύπου δεν λαμβάνουν χώρα, με τον πιο συνηθισμένο λόγο απόρριψης να είναι ότι ο ιατρός θεώρησε τη θεραπεία περιττή. Επιπλέον, το 84% των πλαστικών χειρουργών ανέφεραν ότι είχαν αρνηθεί να χειρουργήσουν έναν ασθενή λόγω ανησυχιών για πιθανότητα σωματοδυσμορφικής διαταραχής.
Η σωματοδυσμορφική διαταραχή είναι μια από τις πιο εξουθενωτικές ψυχικές ασθένειες, με υψηλά ποσοστά αυτοκτονικού ιδεασμού και ολοκληρωμένης αυτοκτονίας. Η πορεία της νόσου είναι χρόνια με επιφυλακτική ως κακή πρόγνωση. Παράγοντες που επιδεινώνουν την πρόγνωση είναι η βαρύτητα των συμπτωμάτων, η μεγαλύτερη διάρκεια νόσου και η μικρότερη ηλικία έναρξης (<18).
Γενικές συμβουλές προς τους δερματολόγους για τη φροντίδα και τη συμβουλευτική ατόμων με υποψία δυσμορφοφοβίας περιλαμβάνουν την ενσυναίσθηση με τον ασθενή, την αποφυγή σχολιασμού του ελαττώματος που έχει αντιληφθεί, την ευγενική άρνηση εφαρμογής της επιδιωκόμενης ιατρικής πράξης, τη διερεύνηση ύπαρξης αυτοκτονικού ιδεασμού, τη διερεύνηση του περιβάλλοντός του και την παραπομπή στον αρμόδιο ιατρό.
Συμπερασματικά, η σωματοδυσμορφική διαταραχή είναι μια σοβαρή ψυχιατρική νόσος που μπορεί να διαταράξει τη ζωή ενός ατόμου. Συχνά, ο δερματολόγος είναι ο πρώτος ιατρός που έρχεται σε επαφή ένα άτομο με τη συγκεκριμένη διαταραχή. Η αναγνώριση του προφίλ ενός τέτοιου ασθενούς είναι καθοριστικής σημασίας για την έγκαιρη διάγνωση και την κατάλληλη θεραπεία.