Ο προληπτικός έλεγχος θεωρείται ιδιαίτερα σημαντικός, όχι μόνο για τα άτομα μεγάλης ηλικίας, αλλά και για τα παιδιά. Ο τακτικός προληπτικός έλεγχος συντελεί στην έγκαιρη διάγνωση και κατ’ επέκταση στην αντιμετώπιση διαφόρων παθολογικών καταστάσεων. Για τον έλεγχο αυτό ο κατεξοχήν υπεύθυνος είναι ο παιδίατρος, που παρακολουθεί το παιδί από τη γέννησή του. Ωστόσο, ενώ για τη βρεφική και νηπιακή ηλικία σε πολλές χώρες (μεταξύ αυτών και στη χώρα μας) ο τακτικός παιδιατρικός έλεγχος έχει καθιερωθεί σε επίπεδο πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, δεν φαίνεται να ισχύει το ίδιο και για τη λεγόμενη σχολική ηλικία. Είναι συχνό το φαινόμενο μετά την ηλικία των 4-5 χρόνων, που συνήθως είναι και η ηλικία της τελευταίας αναμνηστικής δόσης των εμβολίων, να μην ακολουθεί τακτικός παιδιατρικός έλεγχος, εκτός αν προκύψει έκτακτη ανάγκη π.χ. οξεία εμπύρετη λοίμωξη.
Σύμφωνα με την Αμερικανική Παιδιατρική Εταιρεία, συστήνεται τα παιδιά σχολικής ηλικίας να παρακολουθούνται με τακτικό παιδιατρικό έλεγχο, μία φορά ετησίως, από την ηλικία των 3 ετών και μέχρι την ηλικία των 21 ετών.
Στις επισκέψεις αυτές ο παιδίατρος:
Με τη φυσική εξέταση και την καταγραφή των σωματομετρικών μετρήσεων στο βιβλιάριο υγείας του παιδιού και τη σύγκρισή τους με παλαιότερες μετρήσεις, ο παιδίατρος αξιολογεί την ανάπτυξή του και ανιχνεύει έγκαιρα καταστάσεις που δυνητικά μπορεί να αποτελέσουν προβλήματα υγείας μελλοντικά.
Για παράδειγμα, η παχυσαρκία, που αποτελεί παράγοντα κινδύνου για σακχαρώδη διαβήτη, υπέρταση και καρδιοπάθεια, είναι κατάσταση που βάσει του ετήσιου παιδιατρικού ελέγχου ανιχνεύεται από τον παιδίατρο. Επίσης, η εξέταση της σπονδυλικής στήλης για σκολίωση, που περιλαμβάνεται στη φυσική εξέταση του παιδιάτρου στα παιδιά ηλικίας 9 ετών και άνω, είναι σημαντικό να γίνει στην ηλικία αυτή και πριν την περίοδο μεγίστης ταχύτητας ύψους που γίνεται στην εφηβεία.
Οι συστάσεις από την Αμερικανική Παιδιατρική Εταιρεία δίνουν έμφαση στον τακτικό προληπτικό έλεγχο παιδιών σχολικής ηλικίας, ιδίως στα εξής:
Ως προς τον εργαστηριακό έλεγχο (αιματολογικός, βιοχημικός, ορμονολογικός), ο παιδίατρος έχει στη διάθεσή του μεγάλο αριθμό εργαστηριακών εξετάσεων που θα μπορούσε να συστήσει στο πλαίσιο του προληπτικού ελέγχου. Παρόλα αυτά δεν υπάρχει ένδειξη για ετήσιο εργαστηριακό έλεγχο στα παιδιά σχολικής ηλικίας. Ο προγραμματισμός εξετάσεων θα γίνει εξατομικευμένα για κάθε παιδί, λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία και παράγοντες κινδύνου, όπως την ύπαρξη οικογενειακού ιστορικού.
Για παράδειγμα, υπάρχει σύσταση για έλεγχο λιπιδίων αίματος σε όλα τα παιδιά μια φορά σε ηλικία 9-11 ετών και μία φορά σε ηλικία 17-21 ετών. Ωστόσο, η σύσταση αυτή διαφοροποιείται στις περιπτώσεις των παιδιών που ανήκουν στις λεγόμενες ομάδες υψηλού κινδύνου, δηλαδή στα παιδιά με οικογενειακό ιστορικό υπερλιπιδαιμίας ή πρώιμης καρδιαγγειακής νόσου.
Σε γενικές γραμμές, ο τακτικός και ετήσιος παιδιατρικός έλεγχος σε παιδιά σχολικής ηλικίας είναι σημαντικός, καθώς ανιχνεύονται έγκαιρα καταστάσεις που μπορούν να αποτελέσουν προβλήματα υγείας τόσο στην παιδική ηλικία όσο και μελλοντικά, ενώ παράλληλα συστήνονται παρεμβάσεις και γίνονται παραπομπές σε ειδικούς για την καταλληλότερη αντιμετώπισή τους. Ας μην ξεχνάμε, ότι στις περισσότερες περιπτώσεις, όσο πιο νωρίς ανιχνευτεί κάποια παθολογική κατάσταση, τόσο καλύτερη είναι η έκβασή της.
Ανακαλύψτε περισσότερα άρθρα που μπορεί να σας ενδιαφέρουν