Σοφία Ανδρεοπούλου, MSc
Ψυχολόγος-Παιδοψυχολόγος
Τόνοι μελάνης έχουν χυθεί για το χιούμορ και το γέλιο και όλοι οι ειδικοί επιμένουν ότι το «γέλιο μακραίνει τη ζωή», «το γέλιο κάνει καλό στην υγεία», «το γέλιο δένει τις σχέσεις». Πραγματικά πολλά είναι τα ευρήματα ερευνών που δείχνουν την αξία του γέλιου για την υγεία, την ευζωία, και τις σχέσεις μας. Και σίγουρα το γέλιο είναι επιβεβλημένο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης όπου πρέπει να δείχνουμε πάντα γελαστοί και ευτυχισμένοι. Κι όμως – ενώ όλο και περισσότερο παριστάνουμε ότι γελάμε, τελικά μας είναι πολύ δύσκολο να δούμε την καθημερινότητά μας και τον εαυτό μας με χιούμορ.
Γιατί άλλο πράγμα είναι το χιούμορ και άλλο το γέλιο. Το γέλιο είναι μια εξωτερική συμπεριφορά, ένα σύνολο από κινήσεις του σώματος – ενώ το χιούμορ είναι μια εσωτερική στάση, ένα σύνολο από σκέψεις, μια νοοτροπία. Το ένα μπορεί να συνδέεται με το άλλο αλλά μπορεί και όχι. Μπορεί να έχω χιούμορ αλλά να μην γελάω συχνά, και το αντίστροφο, μπορεί να γελάω συχνά αλλά να μην έχω χιούμορ.
Έχω χιούμορ δεν σημαίνει απλώς ότι μπορώ εύκολα να πω ένα αστείο με το οποίο θα γελάσουν οι άλλοι ή να γελάσω με τα αστεία που λένε οι άλλοι. Έχω χιούμορ σημαίνει ότι δεν παίρνω υπερβολικά σοβαρά τον εαυτό μου και τα πράγματα που συμβαίνουν σε μένα ή στους άλλους. Ότι διατηρώ μια κάποια απόσταση που μου επιτρέπει να βλέπω τις καθημερινές καταστάσεις «από ψηλά», να βλέπω τη «μεγαλύτερη εικόνα». Ότι μπορώ να δω και τη λιγότερο άσχημη πλευρά, ότι μπορώ ίσως να δω ακόμα και κάτι πιο ευχάριστο ή θετικό εκεί που άλλοι θα έβλεπαν μόνο κάτι δυσάρεστο.
Έχω χιούμορ σημαίνει ότι μπορώ κάνω απροσδόκητες συνδέσεις και συσχετισμούς, ότι μπορώ να δω τα πράγματα από μια ασυνήθιστη οπτική γωνία. Οι συνδέσεις αυτές μπορεί να οδηγήσουν σε κάποιο αστείο με το οποίο θα γελάσω ή θα προκαλέσω το γέλιο των άλλων – αλλά μπορεί και όχι. Μπορεί εσωτερικά μόνο να δω τα πράγματα χιουμοριστικά – και ποτέ να μην πω κανένα αστείο και ποτέ να μη γελάσει κανείς. Όμως το χιούμορ θα με έχει βοηθήσει να αμυνθώ ψυχολογικά όταν τα πράγματα είναι δύσκολα.
Κι όμως, ενώ το χιούμορ είναι τόσο σπουδαίο, δεν έχουμε ελληνική λέξη για την έννοια «χιούμορ» και χρησιμοποιούμε την αγγλική λέξη γραμμένη με ελληνικά γράμματα! Το καταπληκτικό δε είναι ότι η λέξη «χιούμορ» συνδέεται εννοιολογικά με τη λέξη «χυμός» και τη θεωρία του Ιπποκράτη για τους τέσσερις χυμούς τους σώματος (χολή, φλέγμα, μέλαινα χολή, αίμα) και τις τέσσερις κράσεις του ανθρώπου. Στα λατινικά, η λέξη (h)umor σήμαινε εκτός από το υγρό, την υγρασία, το χυμό, και τη διάθεση. Είναι δε ενδιαφέρον ότι στα αγγλικά χρησιμοποιούνται διάφορες λέξεις που συνδέονται με το χιούμορ οι οποίες έχουν ελληνική ρίζα: satire (σάτυρα), sarcasm (σαρκασμός), sardonic (σαρδόνιος), comic (κωμικός), comedy (κωμωδία), irony (ειρωνία), euthemy (ευθυμία).
Έχω την αίσθηση ότι ίσως ένας λόγος που δεν έχουμε ελληνική λέξη για το «χιούμορ» να είναι ότι γενικά ως λαός μάλλον δεν διαθέτουμε και πολύ. Παρότι βέβαια αυτό δεν μπορώ να το στηρίξω επιστημονικά (μια που δεν μπορεί να μετρηθεί το χιούμορ), έχω την εντύπωση ότι σε γενικές γραμμές, γελάμε συχνά αλλά δεν διαθέτουμε χιούμορ. Κι αυτό νομίζω ότι συμβαίνει επειδή παίρνουμε υπερβολικά σοβαρά τον εαυτό μας. Μας είναι έτσι πολύ δύσκολο να πάρουμε την απαραίτητη απόσταση από εμάς και από αυτό που μας συμβαίνει για να δούμε τα πράγματα με χιούμορ.
Γιατί πράγματι – για να δεις τη ζωή με χιούμορ χρειάζεται να μην παίρνεις τρομερά σοβαρά το κάθετι. Αν κάθε πράγμα που συμβαίνει το βλέπουμε τεράστιο, αν διαφορετική γνώμη των άλλων τη βλέπουμε σαν προσβολή, αν θιγόμαστε με το παραμικρό σχόλιο, αν καταρρέουμε με την παραμικρή αναποδιά – ε, τότε βέβαια δεν μπορούμε να έχουμε χιούμορ.
Το χιούμορ προϋποθέτει ότι θα πάρουμε κάποια απόσταση από την κατάσταση, θα δούμε αυτό που μας συμβαίνει μέσα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, και θα μπορέσουμε να αξιολογήσουμε πόσο σοβαρό είναι. Με δύο λόγια, δεν θα γίνουμε χάλια για κάτι που δεν είναι και τόσο σοβαρό. Ουσιαστικά, το χιούμορ μας βοηθάει να μην παίρνουμε τα πάντα πολύ βαριά, να βλέπουμε τη διασκεδαστική πλευρά τους, να σκεφτόμαστε με πιο πρωτότυπους τρόπους. Να βγάζουμε κάτι καλό από κάτι κακό.
Θυμάμαι ένα περιστατικό με έναν πολύ γνωστό ψυχολόγο που μιλούσε σε ένα συνέδριο. Καθώς ετοιμαζόταν να ανεβεί στο βήμα και να πάρει το μικρόφωνο για να μιλήσει μπροστά σε διακόσιους συναδέλφους του που καραδοκούσαν να βρουν ένα λάθος στην παρουσίασή του για την ψυχική ανθεκτικότητα (γιατί δυστυχώς αυτό συμβαίνει συχνά στα συνέδρια), ο καημένος παραπάτησε και σωριάστηκε φαρδύς πλατύς στο πάτωμα! Ένα επιφώνημα αγωνίας απλώθηκε στην αίθουσα. Αυτός είναι ένας από τους χειρότερους εφιάλτες κάθε ομιλητή!
Ο τύπος αυτός όμως, το γύρισε υπερ του. Σηκώθηκε και είπε: «Ανησυχήσατε; Δεν ήθελα να σας τρομάξω – ήθελα μόνο να δείξω τι σημαίνει ψυχική ανθεκτικότητα στην πράξη! Πέφτεις αλλά πάντα ξανασηκώνεσαι!»
Αυτό για μένα ήταν εξαιρετικό παράδειγμα του χιούμορ, άσχετα αν γέλασαν ή δεν γέλασαν όσοι το άκουσαν. Στον ψυχολόγο αυτό συνέβη κάτι άσχημο. Και όμως κατάφερε να μην το πάρει τρομερά βαριά. Κατάφερε να το αντιμετωπίσει με ψυχραιμία – και ταυτόχρονα, κατάφερε να το δει με απροσδόκητο τρόπο: όχι σαν κάτι άσχημο που του συνέβη αλλά σαν κάτι που θα μπορούσε να αξιοποιήσει. Το συνέδεσε με το θέμα για το οποίο επρόκειτο να μιλήσει και έτσι ένιωσε ότι ελέγχει την κατάσταση. Προφανώς, οι περισσότεροι στο κοινό κατάλαβαν ότι δεν το είχε κάνει σκόπιμα – αλλά θαύμασαν την αντίδρασή του και στη συνέχεια τον αντιμετώπισαν με μεγαλύτερη συμπάθεια. Τι χιούμορ αποδείχτηκε η καλύτερη άμυνα για εκείνον!