Κάθε άνθρωπος έχει φωνή, μοναδική στον κόσμο. Η ομιλία μας βοηθάει σε έναν σημαντικό βαθμό να επικοινωνούμε με τους άλλους.
Μια βραχνή φωνή μπορεί να είναι αισθησιακή, αλλά πιθανόν να σηματοδοτεί πλείστα όσα προβλήματα, που χρήζουν ειδικής αντιμετώπισης.
«Η φωνή μας αποτελεί ένα πολύ δυνατό εργαλείο για την προσωπική και για την επαγγελματική μας ζωή. Είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με εμάς. Όλοι μπορούν να μας θυμούνται για την βαθιά βελούδινη φωνή μας και για τα συναισθήματα και τα μηνύματα, που αυτή μεταφέρει σε κάθε περίπτωση», λέει η δρ Ανατολή Παταρίδου, Χειρουργός Ωτορινολαρυγγολόγος Κεφαλής-Τραχήλου.
Και συνεχίζει: «Ας θυμηθούμε πόσες φορές η χροιά μιας φωνής μας κέρδισε ή μας απώθησε σε μια επαφή μας σε ένα εστιατόριο ή σε ένα τηλεφώνημα ή σε κάποιο επαγγελματικό ραντεβού και ας της δώσουμε τη φροντίδα που χρειάζεται. Η παραγωγή της φωνής μας γίνεται σε ένα πολύ σύνθετο και εξαιρετικά φίνο όργανο, τον λάρυγγα, που από πλευράς ανατομικής κατασκευής και λειτουργικότητας είναι σαν ένα μουσικό όργανο, του οποίου η απόδοση εξαρτάται από την εξάσκηση, τη σωστή χρήση, την περιποίηση και την τήρηση βασικών κανόνων στη λειτουργία του».
Ο σημερινός τρόπος ζωής με την «δυτικοποίηση» της διατροφής, με την αύξηση των πάσης φύσεως αλλεργιών -σε τρόφιμα και σε αερο-αλλεργιογόνα- και με την αύξηση στη συχνότητα της γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης έχει αυξήσει σε σημαντικό βαθμό την συχνότητα των προβλημάτων στην φωνή, αφού αυτές οι καταστάσεις αποτελούν έναν ισχυρά προδιαθεσικό φλεγμονώδη παράγοντα για τον λάρυγγα.
Επιπλέον, όπως επισημαίνει η κα Παταρίδου, το σημερινό μοντέλο ζωής, με την πίεση και με τους απαιτητικούς καθημερινούς ρυθμούς οδηγεί σε μία πολύ κακή χρήση της φωνής. Οι περισσότεροι είναι υποχρεωμένοι να λειτουργούν συνήθως σε 2-3 τηλεφωνικές γραμμές ή να δίνουν και συγχρόνως εξηγήσεις δια ζώσης.
«Αυτό, σε συνδυασμό και με την χαμηλή κατανάλωση σε νερό, την αυξημένη κατανάλωση σε αλκοόλ και την φουλ λειτουργία του κλιματισμού, είτε για ψύξη είτε για θέρμανση, ταλαιπωρεί σε πολύ σημαντικό βαθμό τις φωνητικές χορδές, αλλά και όλα τα σημαντικά αντηχεία, τον φάρυγγα, τη μύτη και τις παραρρίνιες κοιλότητες.
Ο ρόλος του ειδικού λογοθεραπευτή είναι καθοριστικός στην ολοκληρωμένη θεραπεία των διαταραχών της φωνής», υπογραμμίζει η χειρουργός ωτορινολαρυγγολόγος κεφαλής-τραχήλου».
Τα συνήθη προβλήματα
Όταν η φωνή τραυματίζεται, παρουσιάζεται βραχνάδα, ξηρός βήχας και άλλα συμπτώματα, όπως σπάσιμο της φωνής και αίσθημα κόμπου.
Τα πιο συχνά αίτια είναι οι πολύποδες, οι κύστες, οι κάλοι, η λεγόμενη πολυποειδής εκφύλιση ή οίδημα του Reinke, το κοκκίωμα και πιο σπάνια ο καρκίνος. Σήμερα οι ειδικοί γιατροί διαθέτουν τα νέας γενιάς ενδοσκόπια, με τα οποία, σε σύνδεση με το monitor, μπορούν να έχουν μια ξεκάθαρη εικόνα της βλάβης που υπάρχει.
«Επιπλέον έχουμε μία ακόμη πιο ειδική εξέταση, τη λεγόμενη στραβοσκόπηση, με την οποία ελέγχουμε τη δόνηση του ελεύθερου χείλους των χορδών, γεγονός που μας αποκαλύπτει παθολογικά ευρήματα, τα οποία, με την απλή λαρυγγοσκόπηση, δεν είναι εφικτό να εντοπιστούν», εξηγεί η κα Ανατολή Παταρίδου.
Ορισμένες φορές μπορεί να διαπιστωθεί ότι μια φωνητική χορδή είναι παράλυτη, με αποτέλεσμα να μην κινείται κατά την αναπνοή και την φώνηση. Η υγιής φωνητική χορδή υποχρεώνεται να καλύπτει αυτό το κενό στην γλωττίδα, προκαλώντας, όμως, κούραση στον τράχηλο. Κάποιοι ασθενείς καταφέρνουν να αντιρροπήσουν ικανοποιητικά την κατάσταση αυτή μετά από 24 μήνες, κάποιοι άλλοι όχι.
Υπάρχει θεραπεία για το πρόβλημα της πάρεσης της φωνητικής χορδής και αφορά στην έγχυση απορροφήσιμου υλικού, που μπορεί να γίνει με τοπική ή γενική νάρκωση. Εκτός από την έγχυση υπάρχουν και ανοιχτές χειρουργικές επεμβάσεις για την αντιμετώπιση της πάρεσης με μόνιμο αποτέλεσμα. Αυτό επιβάλλει το πέρας ενός διαστήματος 12 μηνών από την βλάβη, ώστε να εξαντληθεί η πιθανότητα της επανανεύρωσης της φωνητικής χορδής.
Συνήθως η θεραπεία είναι αρχικά συντηρητική αγωγή και αν δεν αποδώσει, τότε μπορεί να χρειαστεί χειρουργική επέμβαση.
Το χειρουργείο γίνεται είτε με τα κλασικά εργαλεία, είτε με διάφορες μορφές laser, που είναι πολύ πιο ατραυματικές για τον ευαίσθητο βλεννογόνο των φωνητικών χορδών. Μάλιστα ένα πολύ σημαντικό πλεονέκτημα του laser, όταν πρόκειται για καρκίνο, είναι ότι, στη διάρκεια της επέμβασης, μπορεί να σταλεί ταχεία βιοψία και αν αποδειχτεί ότι η βλάβη είναι καρκίνος, ο χειρουργός να προχωρήσει άμεσα στη ριζική αφαίρεσή του.
«Στις επεμβάσεις για καλοήθη βλάβη η αφωνία για περίπου πέντε μέρες είναι καθοριστική για τη σωστή επούλωση και σωστό είναι να συστηθεί λογοθεραπεία και προεγχειρητικά και μετεγχειρητικά. Η σωστή διατροφή, η αποφυγή καπνού, αλκοόλ και γενικότερα ερεθιστικών παραγόντων εξασφαλίζουν το ιδανικό αποτέλεσμα μετά το χειρουργείο. Η παρακολούθηση του ασθενούς με λαρυγγοσκόπηση και στροβοσκόπηση μετά την επέμβαση μειώνει τον κίνδυνο της υποτροπής, είτε πρόκειται για καλοήθη είτε για κακοήθη βλάβη», καταλήγει η ειδικός.