Φυτικά Υποκατάστατα Γάλακτος: Νέα Τάση ή Αναγκαία Αλλαγή;

Home ΔΙΑΤΡΟΦΗ Φυτικά Υποκατάστατα Γάλακτος: Νέα Τάση ή Αναγκαία Αλλαγή;
Copy of www.dyomagazine.gr1  1

Οι συζητήσεις για το γάλα και τη χρησιμότητά του ακούγονται όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια. Τα εναλλακτικά υποκατάστατα γεμίζουν τα ράφια των σούπερ μάρκετ και οι καταναλωτές βλέπουν κάθε καρπό να έχει μετατραπεί σε γάλα.

Πάμε να δούμε τα πολλά και διαφορετικά φυτικά υποκατάστατα γάλακτος στην αγορά και τα διατροφικά τους χαρακτηριστικά. Συνήθως, τα περισσότερα είναι από τη φύση τους χαμηλά σε θρεπτικά συστατικά και ανεπαρκή σε ασβέστιο, βιταμίνες D, A, B12, καθώς και σε πρωτεΐνη υψηλής βιολογικής σημασίας, σε σύγκριση με τα ζωικά γαλακτοκομικά. Όμως, όλα αυτά τα φυτικά ροφήματα εμπλουτίζονται με βιταμίνες, μέταλλα και πρωτεΐνες για να αποτελέσουν ισορροπημένα προϊόντα προς κατανάλωση.

Γάλα Σόγιας

  • Έχει την περισσότερη πρωτεΐνη από τα φυτικά ροφήματα.
  • Το γάλα σόγιας περιέχει φυτοοιστρογόνα που είναι υγιεινά.
  • Μειώνει την LDL (κακή) χοληστερόλη.
  • Είναι καλή πηγή πρωτεϊνών, σε παρόμοιο ποσοστό με το ζωικό γάλα
  • Περιέχει επίσης ασβέστιο, σίδηρο, ριβοφλαβίνη και B12 (εφόσον είναι εμπλουτισμένο).
  • Προφανώς, δεν είναι κατάλληλο για ανθρώπους με αλλεργία στη σόγια.
  • Η υπερβολική κατανάλωση σε γάλα σόγιας μπορεί να προκαλέσει προβλήματα σε ανθρώπους με ευαισθησία στον θυρεοειδή.
  • Μια διατροφή με υπερκατανάλωση σόγιας, συμπεριλαμβανομένου και του ροφήματος, μπορεί να αποτελέσει κίνδυνο για τις γυναίκες που είχαν κάποιο θέμα με καρκίνο του στήθους που είναι ευαίσθητες σε οιστρογόνα.

Γάλα Ρυζιού

  • To γάλα ρυζιού δεν είναι φυσική πηγή βιταμίνης D και ασβεστίου από μόνο του, γι’ αυτό εμπλουτίζεται με βιταμίνες.
  • Δεν είναι καλή πηγή πρωτεΐνης και περιέχει υψηλή ποσότητα υδατανθράκων, έτσι θα πρέπει να καταναλώνεται με προσοχή από ανθρώπους με διαβήτη.
  • Περιέχει ποσότητες σε ανόργανο αρσενικό που σε συχνή καθημερινή κατανάλωση μπορεί να προκαλέσει κίνδυνο στην υγεία, γι’ αυτό δεν είναι κατάλληλο για παιδιά.
  • Ένα πλεονέκτημά του είναι ότι μαζί με το γάλα βρώμης είναι το λιγότερο αλλεργιογόνο από όλα τα ροφήματα, καθιστώντας το μια καλή επιλογή για ανθρώπους με δυσανεξία στη λακτόζη και στους ξηρούς καρπούς.

Γάλα Αμυγδάλου

  • Είναι το πιο χαμηλό σε θερμίδες από όλα τα ροφήματα, αρκεί να προσφέρεται χωρίς προσθήκη ζάχαρης.
  • Δεν περιέχει κορεσμένα λιπαρά.
  • Είναι καλή πηγή βιταμίνης A, E, σιδήρου και μαγνησίου, εφόσον είναι εμπλουτισμένο.
  • Ενώ τα αμύγδαλα ως καρποί είναι καλή πηγή πρωτεΐνης , το γάλα αμυγδάλου δεν είναι.
  • Μπορει να περιέχει καραγενάνη (ανάλογα το προϊόν), ένα προσθετικό τροφίμων που έχει συνδεθεί με παθήσεις του πεπτικού και φλεγμονές, γι’ αυτό χρειάζεται προσοχή σε άτομα με ευαίσθητο πεπτικό σύστημα.
  • Μια σημαντική κριτική σε περιβαλλοντολογικό επίπεδο που δέχεται το γάλα αμυγδάλου, καθώς αυξάνεται συνεχώς  η ζήτησή του στην αγορά, είναι η υψηλή ποσότητα νερού που απαιτείται για την καλλιέργεια του αμυγδάλου.

Γάλα Καρύδας

  • Περιέχει τα περισσότερα λιπαρά και πολύ υψηλή αναλογία σε κορεσμένα λιπαρά.
  • Εμπλουτίζεται με ασβέστιο και βιταμίνες A και D, καθώς από τη φύση του δεν είναι καλή πηγή αυτών των βιταμινών.
  • Μπορεί και αυτό να περιέχει καραγενάνη και να προκαλέσει προβλήματα σε άτομα με ευαίσθητο πεπτικό.
  • Το γάλα καρύδας θα πρέπει να το αντιμετωπίζουμε ως μικρές δόσεις “κεράσματος” στη διατροφή μας. Θα ήταν προτιμότερο να το καταναλώνουμε στο φαγητό σαν υλικό και σπανιότερα σαν ρόφημα.

Γάλα Βρώμης

  • Δεν είναι τόσο θρεπτικό όσο η ίδια η βρώμη, γι’ αυτό εμπλουτίζεται με ασβέστιο, σίδηρο και βιταμίνες D και Α.
  • Eίναι απαλλαγμένο από αλλεργιογόνα που βρίσκονται στα υπόλοιπα ροφήματα.
  • Περιέχει περισσότερη πρωτεΐνη από το ρόφημα αμυγδάλου, ρυζιού και καρύδας, όμως από την άλλη έχει και υψηλό ποσοστό σε υδατάνθρακες.
  • Παρά το υψηλό ποσοστό των υδατανθράκων, είναι gluten-free (στις περισσότερες περιπτώσεις, γιατί αυτό εξαρτάται από τη βιομηχανία επεξεργασίας).
  • Βοηθά  στη μείωση των επιπέδων της χοληστερόλης.
  • Τα ευεργετικά αποτελέσματα της βήτα-γλυκάνης που περιέχονται στη βρώμη διατηρούνται και στα ροφήματά της.

Όλα τα φυτικά υποκατάστατα γάλακτος έχουν τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά τους. Αναμφίβολα, εμπλουτίζονται με βιταμίνες, μέταλλα και πρωτεΐνες, ακόμα και με γεύσεις. Το σημαντικό είναι ότι όταν θέλουμε να αντικαταστήσουμε τα ζωικά γαλακτοκομικά με φυτικά, ως καθημερινή ή συχνή συνήθεια, είναι καλύτερο να προτιμάμε αυτά με τη λιγότερη επεξεργασία, τα λιγότερα πρόσθετα, χωρίς προσθήκες ζάχαρης και χωρίς γεύσεις. Θα πρέπει πάντοτε να κοιτάμε τη διατροφική ετικέτα και να ενημερωνόμαστε, ως καταναλωτές, για τις ιδιαιτερότητες που έχουν αυτά τα εναλλακτικά προϊόντα.

Αξίζει να αναρωτηθούμε, εφόσον προσπαθούμε να αποφύγουμε τα συντηρητικά και τα πρόσθετα στα τρόφιμα, εάν αυτά τα τρόφιμα που ονομάζονται  “φυτικά” είναι ταυτόχρονα και υγιεινά. Αυτό δεν συμβαίνει πάντα και η σκέψη μας ως προς το φαγητό θα πρέπει να ξεκινάει με το ρητό “η τροφή είναι πληροφορία”. Ανάλογα με τις τροφικές επιλογές μας επηρεάζεται η ζωή μας, η υγεία μας και η ικανότητα σκέψης και δράσης.


Γράφει η Εύα Οικονομάκη, Διαιτολόγος-Διατροφολόγος.

Πηγή: αθηΝΕΑ