Λυδία Ιωαννίδου-Μουζάκα
Καθηγήτρια Ιατρικής Σχολής Παν/μίου Αθηνών
Χειρουργός–Γυναικολόγος, Μαστολόγος-Ογκολόγος
Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Μαστολογίας
Εθνικός Εκπρόσωπος στην Ε.Ε. για τον καρκίνο του
μαστού και τα Κέντρα μαστού
Δ/ντης Ελληνικής Σχολής Μαστολογίας
Εmail: lydiamouzaka@yahoo.gr
Μέριμνα της Κοινωνίας αλλά και των Φορέων Υγείας (τόσο σε Κρατικό όσο και σε Ιδιωτικό επίπεδο), θα πρέπει να είναι και η ευαισθητοποίηση του κοινού με τη συνεχή ενημέρωση για πρόληψη και έγκαιρη διάγνωση των νεοπλασιών γενικότερα, αλλά και του καρκίνου του μαστού ειδικότερα.
Είναι μείζονος σημασίας και ιδιαίτερου κοινωνικού ενδιαφέροντος η καθιέρωση μιας τέτοιας πραγματικότητας, διότι είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίο μπορούμε να έχουμε μείωση της εμφάνισης και ανάπτυξης του καρκίνου του μαστού, αλλά και βέβαιη μείωση της θνησιμότητας του εάν το κοινό ενημερωθεί και ευαισθητοποιηθεί στο θέμα αυτό. Γίνεται αντιληπτό, ότι είναι πολύ σημαντικό να γίνει ενημέρωση για πρόληψη και έγκαιρη διάγνωση στον πληθυσμό, και στα δυο φύλα, σε γυναίκες και άνδρες δηλαδή, αφού και οι άνδρες νοσούν από καρκίνο του μαστού.
Η Ελληνική Εταιρεία Μαστολογίας (ΕΕΜ), της οποίας έχω την τιμή και τη χαρά να είμαι η Πρόεδρος της, επί 29 συναπτά έτη συμβάλει στην οργάνωση και πραγματοποίηση Ενημερωτικών Ημερίδων για το κοινό, για την πρόληψη και έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου του μαστού.
ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ, ΠΡΟΛΗΨΗ
Στην περίπτωση του καρκίνου του μαστού, σε σχέση με την ανάπτυξη του, υπάρχουν δύο τρόποι πρόληψης: α) Η πρωτογενής πρόληψη και β) Η δευτερογενής πρόληψη.
α) Πρωτογενής Πρόληψη
Η πρωτογενής πρόληψη στηρίζεται σε μέτρα τα οποία μπορούμε να λάβουμε για να προστατεύσουμε τον οργανισμό μας από την ανάπτυξη καρκίνου μαστού και τέτοια είναι τα μέτρα που σχετίζονται με τη σωστή διατροφή, τη σωματική άσκηση και την ψυχική υγεία. Αντίθετα ευεργετικά οφέλη στην προστασία από τον καρκίνο του μαστού έχουν η κατανάλωση οσπρίων, λαχανικών και φρούτων, η τακτική σωματική άσκηση καθώς και η αποφυγή παρατεταμένης ψυχικής έντασης, που έχουν αποδειχθεί ότι βοηθούν στην πρωτογενή πρόληψη.
β) Δευτερογενής Πρόληψη
Η δευτερογενής πρόληψη ισοδυναμεί με την έγκαιρη διάγνωση. Σημαντικός παράγοντας όταν αναπτυχθεί καρκίνος του μαστού είναι να διαγνωσθεί όσο το δυνατόν σε μικρότερο μέγεθος ή ακόμη καλύτερα σε μη διηθητική μορφή. Τότε υπάρχει μεγάλη πιθανότητα ίασης και επιβίωσης, η οποία φτάνει το 98 με 99% στις περιπτώσεις αυτές.
ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ
Στη διαγνωστική φαρέτρα των παθήσεων του μαστού και του καρκίνου του μαστού έχουμε στη διάθεση μας: α) την λήψη ιστορικού, β) την κλινική εξέταση, γ) τη μαστογραφία, δ) το υπερηχογράφημα των μαστών, ε) τη μαγνητική μαστογραφία, στ) την παρακέντηση και κυτταρολογική εξέταση και ζ) την βιοψία με χοντρή βελόνη και ιστολογική εξέταση.
Ασφαλώς η λήψη του ιστορικού δεν αντιστοιχεί επακριβώς σε διαγνωστική εξέταση, έχει όμως την ικανότητα να μας προσανατολίσει εάν αυτή η γυναίκα κατατάσσεται στην ομάδα του γενικού κινδύνου του πληθυσμού ή στην ομάδα των γυναικών αυξημένου κινδύνου για ανάπτυξη καρκίνου μαστού. Για να γίνει αντιληπτό το τι εννοώ, θα σταχυολογήσω μερικούς παράγοντες οι οποίοι δείχνουν μία αύξηση της πιθανότητας της ανάπτυξης καρκίνου του μαστού, όπως είναι η μεγαλύτερη ηλικία, η μικρή ηλικία στην εμφάνισή της πρώτης εμμήνου ρήσεως, η μεγαλύτερη ηλικία στον πρώτο τελειωμένο τοκετό και στην εμμηνόπαυση, η λήψη ορμονών για εξωσωματική γονιμοποίηση, η θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης στην εμμηνόπαυση, διαιτητικοί παράγοντες, χρησιμοποίηση χημικών προϊόντων, εξωτερική ακτινοβολία, παρατεταμένη ψυχική ένταση της γυναίκας από διάφορα γεγονότα και ασφαλώς μία προηγηθείσα βιοψία στην οποία έχει διαπιστωθεί ατυπία. Αυτά τα στοιχεία μας κάνουν πιο προσεκτικούς, διότι κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου ότι αυτή η συγκεκριμένη γυναίκα έχει ενδεχομένως μεγαλύτερη πιθανότητα να εμφανίσει καρκίνο του μαστού.
Στη συνέχεια περνάμε στην κλινική εξέταση, όπου έχουμε την επισκόπηση και την ψηλάφηση των μαστών. Στην επισκόπηση των μαστών, έχουμε τη γυναίκα γυμνή από τη μέση και πάνω και παρατηρούμε την εξωτερική εμφάνιση των μαστών, το δέρμα, τις θηλές, την άλω και την καμπυλότητα των μαστών. Οποιαδήποτε ανωμαλία διαπιστωθεί καταγράφεται. Στη συνέχεια περνάμε στην ψηλάφηση των μαστών, όπου με την εσωτερική επιφάνεια των τεσσάρων δακτύλων μας κάνουμε κυκλικές κινήσεις σε όλα τα τεταρτημόρια του μαστού, στην αρχή με μία μικρή πίεση και στη συνέχεια με μία μεγαλύτερη πίεση, για να δούμε τι γίνεται και στο βάθος του μαστού. Δεν ξεχνάμε να ψηλαφήσουμε τις οπισθοθηλαίες περιοχές και τις μασχαλιαίες όπου είναι οι λεμφαδένες του μαστού.
Σημαντική εξέταση είναι η μαστογραφία με την οποία ελέγχεται μαστογραφικά η εσωτερική κατασκευή του μαστού, η πυκνότητα του και τυχόν ανωμαλίες εάν έχουν αναπτυχθεί εντός αυτού. Είναι η πιο αξιόπιστη εξέταση για την ανακάλυψη των μικροαποτιτανώσεων. Η μαστογραφία έχει αυτή τη στιγμή δύο είδη, την ψηφιακή μαστογραφία και την ψηφιακή τομοσύνθεση στην οποία γίνονται τομές στον μαζικό ιστό και έχουμε πιο αναλυτική εικόνα. Την εξέταση αυτή την προτιμούμε στις περιπτώσεις πυκνών μαστών η άτοκων γυναικών.
Άλλη εξέταση είναι το υπερηχογράφημα των μαστών το οποίο εκτελείται με ειδικού τύπου υπερηχογραφικά μηχανήματα, και έχει την ικανότητα να διαχωρίσει το κυστικό από το συμπαγές εύρημα και το καλοήθες από το κακόηθες. Συνδυάζεται πάντα με την κλινική εξέταση στις γυναίκες <35 χρόνων και στις γυναίκες >35 χρόνων συνδυάζεται με την κλινική εξέταση και τη μαστογραφία.
Εάν όλες οι προηγούμενες εξετάσεις είναι αρνητικές μπορούμε να σταματήσουμε εδώ την εξέταση των μαστών. Εάν σε μία από τις τρεις εξετάσεις υπάρχει κάποια διαφοροποίηση ή κάποια υπόνοια, τότε μπορούμε να συμπληρώσουμε τον έλεγχο μας και με την μαγνητική μαστογραφία η οποία δεν έχει ακτινοβολία και δίνει πληροφορία από τελείως διαφορετική πηγή στην ύπαρξη κακοήθειας.
Εάν έχουμε οποιοδήποτε εύρημα ψηλαφητό μπορούμε να προβούμε σε παρακέντηση του και κυτταρολογική εξέταση. Εάν το εύρημα είναι μόνον ακτινολογικό και δεν ψηλαφάτε, ή βρίσκεται στο βάθος του μαστού, μπορούμε να το εντοπίσουμε με τον υπέρηχο και να προβούμε σε παρακέντηση με χοντρή βελόνη και ιστολογική εξέταση για να μπορέσουμε στη συνέχεια να αντιμετωπίσουμε ανάλογα με τα αποτελέσματα αυτά, τη γυναίκα.
Κλείνοντας, θα ήθελα να τονίσω ξανά τη σημασία της πρόληψης και έγκαιρης διάγνωσης, η οποία τις περισσότερες φορές ισοδυναμεί με ίαση.