vaccines

Εμβολιασμός για την γρίπη και τον πνευμονιόκοκκο

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΜΟΣΧΟΣ

Πνευμονολόγος-Φυματιολόγος

Διευθυντής Ε.Σ.Υ – Μέλος ΔΣ Ε.Π.Ε,

Αντιφυματικό Τμήμα – Μονάδα Ανθεκτικής Φυματίωσης, ΝΝΘΑ «Ή Σωτηρία»

Μετά από ένα πολύ θερμό καλοκαίρι καθώς μπαίνουμε στο Φθινόπωρο ο καιρός κρυώνει και ενόψει του χειμώνα, γίνεται ξανά επίκαιρο το θέμα των εποχικών λοιμώξεων του αναπνευστικού όπως η γρίπη και η μικροβιακή πνευμονία.

Η γρίπη είναι ένα ιογενές νόσημα που εκδηλώνεται -τυπικά, αλλά όχι πάντα- με υψηλό πυρετό, βήχα, πονόλαιμο, κακουχία και αρθραλγίες-μυαλγίες. Η συντριπτική πλειοψηφία των ασθενών με γρίπη αναρρώνει χωρίς ιδιαίτερη θεραπεία με ανάπαυση και απλή συμπτωματική ανακούφιση. Είναι πρακτικά αδύνατο να προβλεφθεί ποιος θα νοσήσει βαρύτερα, ή ποιος θα κάνει κάποια δυνητικά επικίνδυνη επιπλοκή της γρίπης, όπως μυοκαρδίτιδα ή εγκεφαλίτιδα, αλλά είναι γνωστό ότι οι ηλικιωμένοι, οι ανοσοκατασταλμένοι και οι άνθρωποι με συγκεκριμένες συννοσηρότητες έχουν σημαντικά περισσότερες πιθανότητες να έχουν σοβαρές συνέπειες εφόσον νοσήσουν. Τα αντιβιοτικά δεν έχουν καμία δράση απέναντι στους ιούς, ενώ και τα αντιϊικα του τύπου Οσελταμιβίρης (Tamiflu), αν ληφθούν εγκαίρως, απλά μειώνουν λίγο τη διάρκεια των συμπτωμάτων. Ο αποτελεσματικότερος τρόπος προστασίας από τη γρίπη είναι ο εμβολιασμός και η ανάγκη για προστασία των πληθυσμιακών ομάδων με μεγαλύτερες πιθανότητες σοβαρής νόσησης αποτυπώνεται στις οδηγίες τους εθνικού προγράμματος. Το εθνικό πρόγραμμα εμβολιασμού συγκεκριμένα, προτείνει τον εμβολιασμό για γρίπη σε όλα τα άτομα άνω των 60 ετών και ανεξαρτήτως ηλικίας σε ασθενείς με χρόνια νοσήματα. Σε ασθενείς ηλικίας >65 ετών ή >75 ετών προτείνεται χρήση ενός εκ των δυο εγκεκριμένων ‘ενισχυμένων’ εμβολίων, όμως επι περιορισμένης διαθεσιμότητας ο εμβολιασμός δεν θα πρέπει επ’ ουδενί να καθυστερεί. Επιπλέον ο εμβολιασμός για γρίπη προτείνεται σε άτομα που διαβιούν ή εργάζονται σε χώρους ή ιδρύματα με αυξημένο συγχρωτισμό (αυξημένος κίνδυνος μετάδοσης) ή σε άτομα που διαβιούν, εργάζονται ή φροντίζουν ευάλωτα άτομα. Σε γενικές γραμμές ο εμβολιασμός για γρίπη απευθύνεται σε όσο το δυνατό ευρύτερο μέρος του κοινωνικού συνόλου, αναλογιζόμενοι εκτός από το υγειονομικό και το κοινωνικοοικονομικό κόστος των χαμένων ωρών εργασίας. Το εμβόλιο της γρίπης παρασκευάζεται και διατίθεται ετησίως το Φθινόπωρο, με βάση επιδημιολογικά δεδομένα από το Νότιο Ημισφαίριο και η αποτελεσματικότητα του έχει ευρεία διακύμανση ανά έτος. Όμως όσον αφορά το βασικό στόχο του εμβολιασμού που είναι η αποφυγή της σοβαρής νόσησης που οδηγεί σε νοσηλείες ή και σε θάνατο, η αποτελεσματικότητα του εμβολιασμού είναι σταθερά υψηλή. Πρέπει να τονιστεί ότι το εμβόλιο της γρίπης προστατεύει μόνο από τους υποτύπους των ιων της γρίπης (influenza viruses) που περιέχονται στο εμβόλιο και δεν προστατεύει από τις υπόλοιπες (συνήθως ελαφρύτερες) ιογενείς εποχικές λοιμώξεις, όπως π.χ το κοινό κρυολόγημα, και ως εκ τούτου ο εμβολιασμός δεν αναιρεί την ανάγκη λήψεως κατάλληλων μέτρων ατομικής προστασίας. Στην Ελλάδα η γρίπη εμφανίζεται πιο αργά, συνήθως τον Δεκέμβριο, και κορυφώνεται μετά τον Ιανουάριο οπότε ιδανικά ο εμβολιασμός πρέπει να γίνεται από το Νοέμβριο.

Ο Στρεπτόκοκκος της πνευμονίας ή αλλιώς πνευμονιόκοκκος αποτελεί το συχνότερο παθογόνο που προκαλεί πνευμονία της κοινότητας, ενώ σπανιότερα μπορεί να προκαλέσει μέση ωτίτιδα ή μηνιγγίτιδα. Η συχνότητα αλλά και η θνητότητα της πνευμονίας από πνευμονιόκοκκο αυξάνει με την ηλικία και από την συνύπαρξη χρονιών αναπνευστικών, καρδιολογικών ή άλλων ανοσοκατασταλτικών νοσημάτων όπως π.χ. ο σακχαρώδης διαβήτης. Η θεραπεία της πνευμονίας από πνευμονιόκοκκο είναι συνδυασμός αντιβιοτικών, και η έγκαιρη διάγνωση μπορεί είναι σωτήρια, όμως η πρόληψη παραμένει ο καλύτερος τρόπος καταπολέμησης της νόσου. Το νεότερο 20δυναμο συζευγμένο εμβόλιο κατά του πνευμονιόκοκκου (PCV20) που πλέον προτείνεται από τις οδηγίες, είναι ένα ιδιαίτερα αποτελεσματικό εμβόλιο και έχει ευρύ φάσμα κάλυψης. Συνιστάται η χορήγηση του σε άτομα άνω των 65 ετών ή άτομα ηλικίας 18-64 με υποκείμενα νοσήματα, συμπεριλαμβανομένων αλκοολικών και καπνιστών. Σε περίπτωση προηγηθέντος εμβολιασμού με κάποιο από τα παλαιότερα εμβόλια, συνιστάται η επανάληψη του εμβολιασμού μετά την παρέλευση ενός έτους, ενώ αν έχει προηγηθεί πλήρης εμβολιασμός και με τα 2 παλαιότερα εμβόλια (PCV13 και PPSV23) ο επαναληπτικός εμβολιασμός με το νέο εμβόλιο PCV20 πρέπει να γίνεται μετά την παρέλευση 5ετίας. Ο εμβολιασμός κατά του πνευμονιόκοκκου ισχύει δια βίου και αν και η πνευμονιοκοκκική πνευμονία είναι συχνότερη κατά τους χειμερινούς μήνες, το εμβόλιο μπορεί να γίνει οποιαδήποτε εποχή.

Τα εμβόλια είναι και παραμένουν διαχρονικά η σημαντικότερη ανακάλυψη της Ιατρικής επιστήμης. Έχουν αποτρέψει πολλές εκατοντάδες εκατομμύρια θανάτους και είναι από τους κύριους λόγους της αύξησης του προσδόκιμου επιβίωσης και της βελτίωσης της ποιότητας ζωής τον τελευταίο αιώνα. Προστατεύουν από τη μόλυνση αλλά κυρίως από τη σοβαρή νόσηση ή τις μακροχρόνιες επιπλοκές, τόσο τον εμβολιασθέντα όσο και έμμεσα τους αγαπημένους του. Επιπλέον ο μαζικός εμβολιασμός έχει και σημαντικά κοινωνικά οφέλη μειώνοντας τη συχνότητα εμφάνισης κοινών νοσημάτων όπως η γρίπη και η πνευμονία και άρα το ιατροφαρμακευτικό κόστος και τις χαμένες ώρες εργασίας. Τέλος, ο εμβολιασμός μειώνει την ανάγκη χρήσης (ή κατάχρησης) αντιβιοτικών και άρα προστατεύει από την ανάπτυξη ανθεκτικών στα αντιβιοτικά μικροβίων, ένα αναδυόμενο πρόβλημα παγκόσμιας σημασίας που αναμένεται να απασχολήσει όλο και πιο έντονα την παγκόσμια κοινότητα.