Αντιηλιακά – Η ασπίδα μας απέναντι στον ήλιο

Home ΟΜΟΡΦΙΑ Αντιηλιακά – Η ασπίδα μας απέναντι στον ήλιο
woman sunscreen

Τον αγαπάμε και λατρεύουμε να εκτιθέμεθα σε αυτόν, αν ωστόσο δεν λάβουμε τα απαραίτητα μέτρα προστασίας μπορεί να καταστεί επικίνδυνος! Ο λόγος για τον ήλιο, που έχει κατηγορηθεί μεταξύ άλλων για την εμφάνιση καρκίνου του δέρματος, αλλά και τη φωτογήρανση.
 
Aκόμα και τα πιο φωτοσταθερά οργανικά φίλτρα φωτοκαταναλώνονται/φωτοδιασπώνται σε συγκεκριμένες συνθήκες. Γι’ αυτό και είναι πολύ σημαντική η επανάληψη εφαρμογής των αντιηλιακών σκευασμάτων
 
Λίγα σκευάσματα στη Δερματολογία έχουν τη δυνατότητα να προλαμβάνουν ασθένειες – και τα αντιηλιακά είναι τα πιο σημαντικά από αυτά. Οι αντιηλιακές ουσίες έχουν το πλεονέκτημα ότι απορροφούν ή σκεδάζουν την υπεριώδη ακτινοβολία και έτσι δεν της επιτρέπουν να φτάσει στο δέρμα και να προκαλέσει τις βλαβερές της συνέπειες.
Το υπεριώδες φάσμα του ηλιακού φωτός έχει συνδεθεί με την καρκινογένεση στο δέρμα: τα βασικοκυτταρικά και ακανθοκυτταρικά καρκινώματα και το μελάνωμα. Επίσης, προκαλεί προκαρκινικές βλάβες, ακτινικές υπερκερατώσεις και δημιουργεί ή επιδεινώνει φωτοδερματοπάθειες. Επιπλέον, είναι ο κύριος περιβαλλοντικός παράγοντας που σε χρόνια έκθεση συμβάλλει στη γήρανση του δέρματος (φωτογήρανση).
 
Δραστικές ουσίες
Οι δραστικές ουσίες των αντιηλιακών χωρίζονται, ανάλογα με το μηχανισμό δράσης τους, σε ανόργανες (φυσικές) και οργανικές (χημικές). Οι ανόργανες, με κυριότερες το διοξείδιο του τιτανίου και το οξείδιο του ψευδαργύρου, ανακλούν σαν καθρέπτης ή σκεδάζουν την υπεριώδη ακτινοβολία.
Τα οργανικά φίλτρα απορροφούν τις UV ακτίνες, με αποτέλεσμα να διεγείρονται σε υψηλότερη ενεργειακή κατάσταση. Έπειτα, επιστρέφουν στην προηγούμενη ενεργειακή κατάσταση, απελευθερώνοντας την περίσσια ενέργειας ως ακτινοβολία χαμηλότερης ενέργειας (υψηλότερου μήκους κύματος). Έτσι, δεν επιτρέπουν στις ακτίνες UV να φτάσουν στο δέρμα. Τα περισσότερα προϊόντα περιέχουν συνδυασμούς οργανικών και ανόργανων φίλτρων για να επιτύχουν καλύτερη προστασία και κοσμετολογικό αποτέλεσμα.
Τα τελευταία χρόνια γίνεται προσπάθεια τα αντιηλιακά να προστατεύουν και από βλάβες που μπορεί να προκύψουν από το ορατό και το υπέρυθρο φάσμα της ηλιακής ακτινοβολίας, κυρίως με προσθήκες αντιοξειδωτικών, που εξουδετερώνουν τις ελεύθερες ρίζες οι οποίες παράγονται από αυτά τα μήκη κύματος στο δέρμα. Ωστόσο, δεν υπάρχουν ακόμη ικανά στοιχεία που να ποσοτικοποιούν την πιθανή προστασία και να αποδεικνύουν την αποτελεσματικότητα αυτής της προσέγγισης.
Αντίθετα, πολύ καλά μετράται η προστασία από την υπεριώδη ακτινοβολία UVA και UVB. Το ερύθημα χρησιμοποιείται ως μονάδα μέτρησης της προστασίας από τη UVB. Συγκεκριμένα, ο παράγοντας SPF (Sun Protection Factor) ορίζεται ως ο λόγος της δόσης UVR (290-400 nm) που απαιτείται για να παραχθεί 1 ελάχιστη ερυθηματογόνος δόση (MED – Minimal Erythema Dose) στο προστατευμένο με αντιηλιακή κρέμα δέρμα (μετά την εφαρμογή 2 mg/cm2 του προϊόντος) διά τη δόση που απαιτείται για την παραγωγή 1 MED στο μη προστατευμένο από αντιηλιακή δέρμα. Ουσιαστικά, ο δείκτης SPF δείχνει πρώτιστα την προστασία από τη UVB, δεδομένου ότι η UVB είναι 1.000 φορές πιο ερυθηματογόνος από τη UVA. Βέβαια, η απουσία ερυθήματος δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει βλάβη από τη UV ακτινοβολία. Η ακτινοβολία UVA μετράται με το δείκτη PPD (Persistent Pigment Darkening). Ο δείκτης ορίζεται ως ο λόγος της δόσης που χρειάζεται για να προκαλέσει ελάχιστο ανιχνεύσιμο μαύρισμα στο προστατευμένο με το αντηλιακό δέρμα σε σχέση με το μη προστατευμένο. Αξιολογείται δύο ώρες μετά την ακτινοβόληση με UVA. Oι ευρωπαϊκοί κανονισμοί στο συγκεκριμένο ζήτημα ορίζουν πως η UVA προστασία του αντιηλιακού θα πρέπει να ανέρχεται στο 1/3 του αναγραφόμενου SPF – τότε μόνο επιτρέπεται να βαφτίζεται ένα σκεύασμα ως αντιηλιακό ευρέος φάσματος.
Φωτοσταθερότητα και αντοχή στο νερό
Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, τα οργανικά φίλτρα απορροφούν UV ενέργεια, την αποδίδουν ως θερμότητα και επιστρέφουν στην προηγούμενη κατάστασή τους. Θεωρητικά, αυτή η διαδικασία θα μπορούσε να επαναλαμβάνεται επ’ αόριστον – ωστόσο, άλλες διαδικασίες μπορεί να ελαττώνουν την ικανότητα του φίλτρου να απορροφά ενέργεια (ισομερισμός, διάσπαση, παραγωγή οξειδωτικών ριζών, αντίδραση με άλλα μόρια).
Έτσι, ακόμα και τα πιο φωτοσταθερά οργανικά φίλτρα φωτοκαταναλώνονται/φωτοδιασπώνται σε συγκεκριμένες συνθήκες. Γι’ αυτό και είναι πολύ σημαντική η επανάληψη εφαρμογής των αντιηλιακών σκευασμάτων.
Τα αντιηλιακά αξιολογούνται επίσης για την ικανότητά τους να μένουν στο δέρμα μετά την επαφή με το νερό. Στην Ευρώπη, ανθεκτικό ή πολύ ανθεκτικό στο νερό ορίζεται ένα σκεύασμα όταν το SPF μετά από 40 λεπτά ή 80 λεπτά εμβύθισης, αντίστοιχα, παραμένει μεγαλύτερο ή ίσο με το 50% του αρχικού (προ εμβύθισης) SPF.
 
Αντιηλιακό στα παιδιά
Σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές οδηγίες, τα αντιηλιακά δεν πρέπει να είναι πρώτη γραμμή φωτοπροστασίας για παιδιά κάτω των τριών ετών, αλλά να χρησιμοποιούνται επικουρικά και σε μικρές επιφάνειες όπου δεν είναι δυνατά τα άλλα μέτρα φωτοπροστασίας (ρούχα – καπέλα).